Discover millions of ebooks, audiobooks, and so much more with a free trial

Only $11.99/month after trial. Cancel anytime.

Έρωτας και Εμμονή / Erotas Kai Emmoni (Greek Edition)
Έρωτας και Εμμονή / Erotas Kai Emmoni (Greek Edition)
Έρωτας και Εμμονή / Erotas Kai Emmoni (Greek Edition)
Ebook478 pages5 hours

Έρωτας και Εμμονή / Erotas Kai Emmoni (Greek Edition)

Rating: 5 out of 5 stars

5/5

()

Read preview

About this ebook

Όλα γίνονται για κάποιον λόγο. Αν δεν κάνουμε λάθη, δεν μαθαίνουμε ποτέ. Η Τζίνα Μπλακ μαζί με τον αγαπημένο της Τζον Σμιθ, φίλοι για μια ολόκληρη δεκαετία από την εποχή που βρέθηκαν στο ίδιο σχολείο και σύντομα έγιναν αχώριστοι, μετακομίζουν στην Νέα Υόρκη, όπου η θεία του Τζον τους βρίσκει εργασία. Εκεί η Τζίνα, που είναι μια κοπέλα γεμάτη ανασφάλειες και φοβίες, σύντομα θα πιστέψει πως μπορεί να αγαπηθεί και διαφορετικά, καθώς ο Γουίλιαμ, μέσα από μια απροσδόκητη γνωριμία, κερδίζει τον ερωτά της.
Μυστήριος, πανέμορφος, γοητευτικός και εκπληκτικός μουσικός. Τα σαγηνευτικά μπλε μάτια του κάνουν τους ωκεανούς να ντρέπονται για το χρώμα τους. Το κορίτσι γίνεται γυναίκα μαζί του, χωρίς όμως να υποψιάζεται την κακή του πλευρά. Πληγώνεται αλλά πάντα γυρίζει σε αυτόν.
Παλεύει γι’ αυτόν.
Σκοτώνει γι’ αυτόν...
Θα καταφέρει άραγε αυτός ο έρωτας να εκπληρωθεί;

LanguageΕλληνικά
PublisherJoanna Jay
Release dateJan 23, 2021
ISBN9786180024593
Έρωτας και Εμμονή / Erotas Kai Emmoni (Greek Edition)
Author

Joanna Jay

Joanna Jay was born in September 1992. She is a new author of romantic and dramanovels.In 2015 she started writing her first book of the series Love and Obsession.In 2019 she decided to publish it and that was when she became a self-publisher bystudying and searching what needs to be done in order to realize it.In 2021 her first book of the series Love and Obsession was published. It is availablein platforms on the internet in electronic form but also printed form as well.Today the novel Love and Obsession is available in Greek and English while itstranslation into Spanish and in more languages is under way.The second part of the series Love and Obsession is expected.

Related to Έρωτας και Εμμονή / Erotas Kai Emmoni (Greek Edition)

Related ebooks

Reviews for Έρωτας και Εμμονή / Erotas Kai Emmoni (Greek Edition)

Rating: 5 out of 5 stars
5/5

6 ratings3 reviews

What did you think?

Tap to rate

Review must be at least 10 words

  • Rating: 5 out of 5 stars
    5/5
    Σου κρατάει το ενδιαφέρον σε όλη τη διάρκεια που το διαβάζεις, γυναικείο βιβλίο ξεκάθαρα!
    Σεξ πολύ! Έρωτας πολύ
    Η Τζίνα είναι πάρα μα πάρα πολύ ανασφαλής αρχικά αλλά έχει και την γοητεία της με την όλη μπερδεμένη συμπεριφορά που βγάζει. Ο Γουίλιαμ καθαρματάκι με πολλά ψυχολογικά..
    Μπορώ να πω πως με ενθουσίασε το βιβλίο και έχω περιέργεια όπως τελείωσε έτσι τι θα γίνει

    1 person found this helpful

  • Rating: 5 out of 5 stars
    5/5
    Agapo ton William Wilson !!!!!!! I'm waiting the 2nd part!

    3 people found this helpful

  • Rating: 5 out of 5 stars
    5/5
    Πολύ ενδιαφέρον, το τελείωσα μέσα σε 3 ημέρες! Περιμέβνω την συνέχεια!

    3 people found this helpful

Book preview

Έρωτας και Εμμονή / Erotas Kai Emmoni (Greek Edition) - Joanna Jay

Κεφάλαιο 1

Η φιγούρα ενός άνδρα πλησιάζει. Τα βρώμικα χέρια του κλείνουν το στόμα μου και το σώμα μου ακινητοποιείται στη στιγμή. Μάταια παλεύω να απελευθερωθώ. Με δυσκολία καταφέρνω να πάρω ελάχιστη αναπνοή, ενώ νιώθω ο αέρας να λιγοστεύει ολοένα και περισσότερο. Τα πνευμόνια μου χρειάζονται οξυγόνο. Με όσες δυνάμεις μου απομένουν του δίνω μια κλωτσιά, με την ελπίδα να τον πετύχω στα αχαμνά. Αποτυγχάνω. Τα πνευμόνια μου χρειάζονται οξυγόνο. ΒΟΗΘΕΙΑ!

Έπειτα από έναν ακόμη εφιάλτη, παίρνω βαθιά ανάσα και τεντώνομαι πάνω στο κρεβάτι. Λίγη ώρα μετά καταφέρνω να ανοίξω τη βαλίτσα μου και χαμογελώ, ιδρωμένη, για αυτό το κατόρθωμά μου. Τώρα μπορώ να χωρέσω και αυτήν εδώ την μπλούζα που ξέχασα. Πώς μπόρεσα να την ξεχάσω; Είναι η πρώτη μπλούζα δώρο, σχεδιασμένη από τον καλύτερο σχεδιαστή μόδας και κολλητό μου Τζον Σμιθ.

Ο Τζον κι εγώ είμαστε φίλοι από το λύκειο. Γνωριστήκαμε στην πόλη μας, στο Σαν Ντιέγκο, ταιριάξαμε κι ευτυχώς ποτέ δεν ερωτευτήκαμε. Νομίζω πως σε αυτόν έχω βρει την αδερφή ψυχή μου. Η θεωρεία μου είναι πως δεν χρειάζεται δύο άτομα να είναι ζευγάρι για να έχουν δυνατό και ξεχωριστό δέσιμο. Άλλωστε μια φιλία μπορεί να είναι πολύ δυνατή· ιδιαίτερη! Συγκατοικούμε μαζί τα τελευταία πέντε χρόνια. Είμαστε αχώριστοι. Στην αρχή η μητέρα μου είχε κάποιες… αντιδράσεις. Έπειτα άρχισε να βλέπει τον Τζον σαν τον αδερφό που ποτέ δεν είχα. Με τα χρόνια αγαπήθηκαν πολύ. Πλέον τον θεωρεί κάτι σαν προστάτη μου.

Τώρα, ο Τζον κι εγώ ετοιμαζόμαστε για το μεγάλο βήμα· μετακομίζουμε στην ονειρεμένη Νέα Υόρκη. Την πόλη που ποτέ δεν κοιμάται και της οποίας τα φώτα λάμπουν συνεχώς. Η θεία του Τζον, η Μάργκαρετ Ρος, ζει εκεί μαζί με τον γιο της την τελευταία δεκαετία. Είναι μια ιδιαίτερα επιτυχημένη γυναίκα. Δουλεύει ως γενική διευθύντρια σε μια εταιρεία που τα τελευταία χρόνια έχει σημειώσει εκπληκτική άνοδο, ενώ έχει πραγματοποιήσει διάφορες συνεργασίες, κυρίως με ανθρώπους της ελίτ κοινωνίας· την περιβόητη WAW Kingdom.

Στην εταιρεία αυτή μας περιμένουν δύο θέσεις. Η Μάργκαρετ είναι καλή φίλη του ιδιοκτήτη και, ως δεξί του χέρι, έκανε δεκτές τις αιτήσεις μας πριν από ένα μήνα. Εγώ θα αναλάβω αρχικά ένα μικρό πόστο, πιθανότατα σε κάποιο γραφείο ως βοηθός. Δεν έχω ενημερωθεί ακόμα σχετικά. Ο Τζον, πάντως, θα αναλάβει τον ρόλο του φωτογράφου. Μπορεί το επάγγελμά του να είναι σχεδιαστής, όμως στη φωτογραφία σκίζει! Προτιμούσε το ενδεχόμενο να αναλάβει μια θέση στην οποία να είναι σίγουρος για τον εαυτό του πριν μπει στα βαθιά και στον μαγικό κόσμο των σχεδίων, όπως λέει και ο ίδιος, μαζί με το άγχος που τον καταδιώκει κάθε φορά που ετοιμάζει κάτι. Συν τοις άλλοις, ως φωτογράφος στη συγκεκριμένη εταιρεία έχει την ευκαιρία να κάνει ταξίδια και να γνωρίζει ωραία μοντέλα, γεγονός που του δίνει τη δυνατότητα πρόσβασης σε επιφανειακές απολαύσεις...

Να πάρει! Η βαλίτσα δεν κλείνει με τίποτα! Κάθομαι πάνω της και προσπαθώ να ανεβάσω το φερμουάρ.

«Τζον!» φωνάζω και τραβάω δυνατά μία ακόμη φορά και… «Α! Έπεσα! Άουτς!»

Ο Τζον ακούει τη φωνή μου και σε χρόνο-ρεκόρ βρίσκεται στην πόρτα του δωματίου μου. Τα καστανά μαλλιά του τονίζονται από το αναμμένο φωτιστικό του δωματίου μου και τα γκρίζα μάτια του ξεχωρίζουν. Φοράει μία γκρίζα φόρμα και από πάνω…, από πάνω τίποτα. Εδώ που τα λέμε, ο Τζον δεν είναι κανένας λαπάς. Έχει λεπτό και γραμμωμένο σώμα που τρελαίνει όλες τις κοπέλες, σε συνδυασμό με το πραγματικά πανέμορφο πρόσωπό του. Έχει ίσια μύτη, καλοφτιαγμένα φρύδια και δυνατές γωνίες. Και είναι ψηλός.

Η μητέρα μου μού έδωσε πολλά καλά, αλλά και ένα κακό· το μεγάλο ύψος της. Βέβαια, σε σχέση με τον Τζον είμαι τέσσερις πόντους πιο κοντή και μπορώ να πω ότι είναι από τα λίγα άτομα που με περνούν. Το θέμα είναι πως αγαπώ πολύ τα τακούνια. Δεν φοράω συχνά πολύ ψηλά. Σίγουρα όμως η μισή μου ντουλάπα είναι γεμάτη με παπούτσια πολλών ειδών, με τακούνι έως οχτώ εκατοστά. Ξέρω πως φαίνομαι καμήλα, αλλά δεν παύω να είμαι γυναίκα. Και τα παπούτσια είναι μια αδυναμία που έχει, λίγο-πολύ, κάθε γυναίκα.

«Ξέρεις...» λέει ο Τζον με παιχνιδιάρικο ύφος. «Μπορείς να χρησιμοποιήσεις και τρίτη βαλίτσα για τα ρούχα σου, πέρα από αυτές».

«Δεν θέλω! Έλα, βοήθησέ με να την κλείσω!» λέω και σηκώνομαι από το πάτωμα και ο Τζον πλησιάζει. Οι κοιλιακοί του φαίνονται εντυπωσιακοί σε κάθε του κίνηση, όπως και τα χέρια του. Αναρωτιέμαι γιατί δεν τον ερωτεύτηκα ποτέ. Έχει αυτό που λέμε «το πακέτο». Άλλα ίσως η ζωή μάς ήθελε φίλους για να αντέξουμε στο χρόνο. Οι σχέσεις και οι έρωτες είναι προβληματικοί. Κάπου προκύπτει μια ρωγμή και τα πάντα χαλούν.

Ο Τζον κλείνει την βαλίτσα με επιδέξιες κινήσεις. «Λοιπόν, αγάπη, πάω να κοιμηθώ. Βάλε το ξυπνητήρι», μου λέει και κλείνει το μάτι φεύγοντας.

Για πότε καληνύχτισα τον Τζον, για πότε βρεθήκαμε στο δροσερό αεροδρόμιο Νιούαρκ Λίμπερτι, ούτε που το κατάλαβα. Η πτήση ήταν υπέροχη. Η πρώτη φορά που ταξίδεψα με αεροπλάνο στα 24 μου χρόνια. Είχα άγχος στην αρχή, αλλά τελικά μου έφυγε αμέσως. Οι αεροσυνοδοί ήταν χαμογελαστοί και έδειχναν ν’ απολαμβάνουν τη δουλειά τους μέσα στα ιδιαίτερα κομψά κοστούμια τους. Σύντομα αποκοιμήθηκα και τώρα είμαι εδώ. Με το σώμα μου μουδιασμένο από το κάθισμα και με τα μάτια μου κουρασμένα παρά τον ύπνο, βλέπω μέσα από τις μισάνοιχτες βλεφαρίδες μου επιτέλους την πόλη όπου ονειρευόμουν να ζήσω από μικρή. Αυτήν που έχω δει σε τόσες ταινίες αλλά και που έχω διαβάσει σε τόσα βιβλία. Αντίο, Σαν Ντιέγκο! Νιώθω τρισευτυχισμένη! Έχω τον κολλητό μου και μια υπέροχη δουλειά να με περιμένει –ελπίζω… Και μάλιστα στη Νέα Υόρκη∙ τη λαμπερή πόλη στην οποία τα όνειρα τόσων ανθρώπων πραγματοποιούνται.

Ο Τζον έμεινε εδώ μέχρι τα δεκαέξι του. Έπειτα από το δυστύχημα των γονιών του μετακόμισε στο διαμέρισμα που ήταν δίπλα στο δικό μου και πήγε στο σχολείο όπου και γνωριστήκαμε. Από τότε είμαστε αχώριστοι! Τον λατρεύω! Τώρα κάποιος θα μπορούσε να ρωτήσει πώς μπορεί να υπάρξει φιλία ανάμεσα σε μια γυναίκα και έναν άνδρα. Δεν ξέρω. Αλλά είναι θαύμα που τον έχω στην ζωή μου.

«Τζίνα, θα πάω να αγοράσω ένα μπουκαλάκι νερό, θέλεις κάτι;» με ρωτά ο Τζον αφήνοντας κάτω την βαλίτσα του.

«Ένα κουτάκι χυμό θα ήταν ό,τι πρέπει», λέω και γλείφω τα χείλη μου που έχουν στεγνώσει.

«Κεράσι;» ρωτάει για τη γεύση και του γνέφω καταφατικά.

Ενώ τα πόδια μου κινούνται στην άσφαλτο του αεροδρομίου, ένα αεράκι φέρνει τα μακριά μαύρα μαλλιά μου στο πρόσωπό μου. Αναγκάζομαι να αφήσω το χερούλι της βαλίτσας για να τα απομακρύνω. Τη στιγμή που παλεύω με τα πολλά μαλλιά που έχουν μπλεχτεί στο πρόσωπό μου, ένας πολύ ψηλός άνδρας με κατάξανθα, ανακατεμένα μαλλιά και ξυρισμένους κροτάφους περνά από μπροστά μου μαζί με το σκυλάκι του, το οποίο αν και μικρό με κάνει να χάσω την ισορροπία μου από το φόβο και να κάνω ένα βήμα πίσω. Η βαλίτσα μπλέκεται στα πόδια μου και ξαφνικά βρίσκομαι ξαπλωμένη φαρδιά-πλατιά, σαν χταπόδι, μπροστά του.

Ο άνδρας φορά αρβύλες, μαύρο τζιν και μια κόκκινη καρό πουκαμίσα, τα οποία –βάσει των δυο, τριών πραγμάτων που έχω μάθει καλά τόσα χρόνια στο πλάι του Τζον– θα μπορούσα να πω πως φαίνεται να κοστίζουν μια περιουσία παρά την απλότητά τους. Τουλάχιστον για τον μέσο άνθρωπο. Μου δίνει το χέρι του, βοηθώντας με να σηκωθώ. Εκεί βλέπω να έχει ένα τατουάζ με διάφορες νότες που αναπηδούν χορεύοντας με στίχους. Τα δάχτυλα του μακριά, πανέμορφα, περιποιημένα. Με σφίγγει και με δύναμη με τραβά προσεκτικά και σταθερά προς τα πάνω. Ξεροκαταπίνω τρομοκρατημένη από τον σκύλο, ενώ εκείνος τον κρατά με το άλλο του χέρι σφιχτά από την αντίθετη μεριά.

«Είσαι καλά;» Η φωνή του με διαπερνά με ρίγος, κάνοντάς με να υψώσω το βλέμμα μου για να τον κοιτάξω στα μάτια. Συνήθως, ακόμη και σε τυχαία περιστατικά, αποφεύγω την άμεση επαφή με τα μάτια των ανθρώπων, κυρίως των αγνώστων. Ω...!

Για μερικά δευτερόλεπτα μένω κοκαλωμένη, σκαλωμένη σε δύο άγνωστα μάτια, τα οποία όμως δεν ντρέπομαι να κοιτάξω. Για κάποιον άγνωστο λόγο δεν μπορώ καν να απομακρύνω το βλέμμα μου από το δικό του. Δύο μάτια σκούρα μπλε, σαν τον βαθύ ωκεανό της θάλασσας, με κοιτούν. Το βλέμμα του με κάνει να νιώθω ανήμπορη μπροστά του. Τα βλέφαρα του δεν κουνιούνται για μερικά ατελείωτα δευτερόλεπτα, αλλά ούτε και τα δικά μου. Με ρωτάει κάτι. Προσπαθώ να συγκεντρώσω τη σκέψη μου.

«Κα…» Κομπιάζω. Τι στον κόρακα! «Καλά είμαι, απλώς φοβάμαι τα σκυλιά…» καταφέρνω να πω και εισπνέω βαθιά για να συνέλθω.

Στον αέρα μυρίζω άρωμα ανδρικό, μεθυστικό. Το δικό του άρωμα. Ελαφρύ, διακριτικό, απλά μαγικό. Σε έναν άνδρα, τα χέρια και η μυρωδιά είναι από τα πρώτα πράγματα που διακρίνω. Κι αυτός τα πάει καλά και στα δύο∙ πολύ καλά. Καταφέρνω να επεξεργαστώ και το υπόλοιπο τμήμα του προσώπου του. Λεπτά χαρακτηριστικά, με γωνίες. Γένια διακριτικά και μύτη λεπτεπίλεπτη, με τα καλοσχηματισμένα φρύδια να συμπληρώνουν την τελειότητα του προσώπου του, ένα πρόσωπο καλύτερο κι από μοντέλου∙ γλυκό αλλά και σκληρό ταυτόχρονα.

«Δεν θα ‘πρεπε».

Χαμογελά αμυδρά και νιώθω τα μάτια του να με σκανάρουν επίμονα∙ να με καίνε. Δεν τα αντέχω και στρέφω το βλέμμα μου προς τα κάτω. Σηκώνω την βαλίτσα μου και περνώ μια τούφα των μαλλιών μου πίσω από το αυτί. Τον κοιτάζω για μια στιγμή κουνώντας το κεφάλι μου. Ο σκύλος του επίμονος, του αγκαλιάζει το πόδι και εκείνος σκύβει. Τον παίρνει στα χέρια του και του σκάει ένα μεγάλο φιλί.

«Έλα αγόρι μου, πάμε», του ψελλίζει τρυφερά.

Τα χείλη του υγρά και η φωνή του εθιστική. Μου ρίχνει μια ματιά και σε κλάσματα δευτερολέπτων χάνεται από κοντά μου. Το πανέμορφο πρόσωπό του φεύγει από το οπτικό μου πεδίο, δίνοντάς μου την ευκαιρία να απολαύσω και τη γενική εικόνα του από πίσω. Το σώμα του δεν είναι ογκώδες, αλλά φαίνεται λεπτό και ελαφρώς σφιχτό. Δεν δείχνει να είναι άνδρας-λαμπατέρ, από αυτούς με τους κοιλιακούς, τις τεράστιες πλάτες και τα λεπτά πόδια. Υπάρχει μια πολύ καλή αρμονία. Το περπάτημά του είναι σταθερό παρά το βάρος του σκύλου του∙ του γλυκύτατου σκύλου του.

Δεν παύω να τον παρακολουθώ μέχρι την στιγμή που κάποιος, μάλλον σοφέρ αν κρίνω από την αμφίεσή του, τού ανοίγει την πόρτα και αυτός μπαίνει μαζί με τον σκύλο του σε ένα εντυπωσιακό, τεράστιο, μαύρο αυτοκίνητο. Ο σοφέρ παίρνει τη βαλίτσα και την τοποθετεί στο πορτμπαγκάζ, ενώ ο γοητευτικός ξανθός μού ρίχνει ένα διαπεραστικό βλέμμα πριν κλείσει την πόρτα. Με πιάνει να τον κοιτώ και νιώθω τα μάγουλά μου να αποκτούν το χρώμα του χυμού που επρόκειτο να πιώ. Δαγκώνω τα χείλη μου και χαμογελώ γυρνώντας από την άλλη, ενώ προσπαθώ να σταματήσω το ηλίθιο χαμόγελό μου. Η Νέα Υόρκη τελικά είναι πολύ καλύτερη απ’ ό,τι την περίμενα! Καλώς όρισα!

«Τι γίνεται εδώ;» ο Τζον ρωτά πλησιάζοντας και απορώ σε τι ακριβώς αναφέρεται.

«Σου άφησα να προσέξεις την βαλίτσα μου, όχι να τη ρίξεις κάτω. Ατσούμπαλη!» Η βαλίτσα του, όπως και η μία δική μου, είναι πεσμένες κάτω. Δεν το ‘χα παρατηρήσει, αλλά πώς θα μπορούσα...

«Γκρινιάρη!» Του βγάζω την γλώσσα και παίρνω τον χυμό μου από το χέρι του. «Ευχαριστώ!»

Σε όλη τη διάρκεια της διαδρομής μέσα στο κίτρινο ταξί μένω σιωπηλή. Δεν μπορώ να σταματήσω να σκέφτομαι τον ξανθό άνδρα με τα διαπεραστικά μπλε μάτια. Όταν με κοίταξε αισθάνθηκα για μια στιγμή πως… ήθελε να μου μιλήσει. Τελικά ήταν ιδέα μου. Αυτός πήρε τον σκύλο του και μέσα σε χρόνο-ρεκόρ απομακρύνθηκε από κοντά μου. Δεν ξέρω αν έχω ξαναδεί στην ζωή μου πιο όμορφο άνδρα. Θα μπορούσε κάποιος να πει πως έχει γυναικεία ομορφιά. Όχι με την έννοια του γκέι φυσικά. Έχει αρρενωπά, λεπτά χαρακτηριστικά και κάτι πάνω του φωτίζει. Βέβαια ίσως να έφταιγε κι ο ήλιος…

Τι σημασία όμως έχουν όλα αυτά; Αυτοί οι άνδρες δεν είναι για κοπέλες σαν κι εμένα. Τους αρέσουν μοντέλα, καλλίγραμμα και άμυαλα, τα οποία μπορούν να κατακτήσουν χωρίς πολλή προσπάθεια. Κι εδώ υπάρχει μεγάλη ποικιλία από κούκλες. Αναρωτιέμαι αν υπάρχουν κι άλλοι ωραίοι στο Μανχάταν. Ίσως εδώ οι άνδρες είναι πιο ωραίοι από ό,τι στο Σαν Ντιέγκο. Όχι πως δεν υπήρχαν ωραίοι κι εκεί. Απλά, δεν ήταν τόσο… εξωπραγματικοί. Γιατί αυτός ήταν όντως εξωπραγματικός! Ήταν τόσο εντυπωσιακός που πολύ ευχαρίστως θα επέλεγα να περάσω το βράδυ μου με το να τον ονειρεύομαι.

«Το δωμάτιο αυτό δικό μουυυυ!» φωνάζει ο Τζον που ξέρει το σπίτι τόσο καλά, ώστε να πιάσει το καλύτερο και προφανώς μεγαλύτερο υπνοδωμάτιο του σπιτιού. Το διαμέρισμα που μας παραχώρησε ο ξάδερφος του Τζον, ο Τομ, είναι απλά εντυπωσιακό. Τζάμι από πάνω ως κάτω στο σαλόνι, με θέα τεράστιους ουρανοξύστες και μακριές γκρίζες κουρτίνες. Τα έπιπλα και η συνολική προσέγγιση της διακόσμησης του χώρου φαίνεται να έχει γίνει από ειδικό. Ένα σπίτι καλύτερο και από αυτά των περιοδικών. Ακριβές συσκευές στον γύρω χώρο, ενισχυτές, ηλεκτρικές κιθάρες, ακουστικά, μικρόφωνα, φωτισμός με διάφορες ρυθμίσεις και πολλά άλλα.

Ο Τομ, ο ξάδερφος του Τζον, ήταν ήδη εξαιρετικός μουσικός από την εφηβεία του. Ήμασταν συμμαθητές πριν χρόνια, στο Σαν Ντιέγκο. Οι γονείς του κάποια στιγμή χώρισαν και τότε ο πατέρας του μαζί με τον Τομ νοίκιασαν το διπλανό διαμέρισμα στην πολυκατοικία όπου κατοικούσα. Μετά το σχολείο ο Τομ μετακόμισε στη Νέα Υόρκη, στη μητέρα του, τη Μάργκαρετ, και από τότε εκθέτει το μουσικό ταλέντο του σε μια μπάντα που έφτιαξε ο ίδιος.

«Λοιπόν, το δωμάτιο που σου προτείνω είναι δίπλα από το δικό μου. Έχει τεράστιο χώρο αποθήκευσης για τα πολλά σου ρούχα, κι ακόμη περισσότερο για τα αξεσουάρ σου. Επίσης έχει και κάτι επιπλέον που ζήτησα από τη θεία μου να σου φέρει».

Τον κοιτάζω όλο απορία και τον ακολουθώ καθώς βαδίζει προς τα μέσα. Το δωμάτιο, διπλάσιο από το δικό μου, με τοίχους σε σκούρο κόκκινο χρώμα και έπιπλα σε σκούρο καφέ, δημιουργεί έναν υπέροχο συνδυασμό. Στο παράθυρο βλέπω έναν καμβά ζωγραφικής κι αμέσως καταλαβαίνω.

«Ω, Τζον! Είσαι ο καλύτερος φίλος που θα μπορούσα να έχω!» Με ένα χαμόγελό ως τα αυτιά πέφτω με δύναμη πάνω στο μονό κρεβάτι μου με τα γκρίζα σκεπάσματα.

«Θα έχει κρύο τα βράδια. Υπάρχουν ζεστές κουβέρτες στην ντουλάπα, πετσέτες και ό,τι άλλο χρειαστείς. Η θεία Μάργκαρετ ετοίμασε τα πάντα».

«Η θεία σου, Τζον, είναι θησαυρός». Χαμογελά και μου φέρνει τη βαλίτσα που παράτησα μπροστά στην πόρτα.

«Κοιμήσου, κάνε μπάνιο και θα τα πούμε μετά. Σε πειράζει να σε αφήσω μόνη σου;» Σηκώνομαι απότομα και μισοκλείνω τα μάτια μου. Κάτι σκαρώνει αυτός ή μου φαίνεται;

«Μη με κοιτάζεις έτσι. Υποσχέθηκα στη θεία μου να περάσω από την εταιρεία νωρίς, είναι η επίδειξη σήμερα».

«Αχά!» Χασμουριέμαι.

Ο εξωτικός ξανθός με τα μπλε μάτια πιάνει το χέρι μου και με σηκώνει. Τα μάτια του χάνονται στα δικά μου και ξαφνικά τα χείλη μας ενώνονται σε ένα παθιασμένο φιλί. Τα χέρια του γλιστρούν στο σώμα μου και με σηκώνει στα δύο του χέρια, οδηγώντας με στην λιμουζίνα του. Το φιλί εκεί γίνεται πιο παθιασμένο και τα χέρια μου ακουμπούν το στιβαρό του γυμνό σώμα κάτω από την καρό πουκαμίσα. Ο ξανθός άγγελος, όλο αμαρτία, γλείφει τα χείλη του και ψελλίζει πάνω στα δικά μου πόσο με θέλει. Τα μάτια του με κοιτούν αγριεμένα, καθώς το χέρι του ταξιδεύει πάνω στο κορμί μου, τρίβοντας την ερεθισμένη μου ρώγα πάνω από το κόκκινο μεταξωτό φόρεμά μου. Τώρα τα χείλη του ανοίγουν και με τα κοφτερά του δόντια χώνεται στο ευαίσθητο δέρμα του λαιμού μου και… το τηλέφωνο χτυπά. Και μου διαλύει το όνειρο… Φτου!

Με το μυαλό μου θολό, χωρίς να έχω συναίσθηση του τόπου και του χρόνου, ανοίγω τα μάτια μου. Το τηλέφωνο χτυπά επίμονα δίπλα στο κρεβάτι μου και αναγκάζομαι να το σηκώσω. Απαντώ βραχνιασμένη.

«Τζίνα μου, μπορείς να έρθεις στην επίδειξη;» ρωτά με γλυκό τόνο η γυναικεία και ώριμη φωνή της θείας του Τζον, Μάργκαρετ.

«Τι… τι; Έγινε… κάτι;»

«Ναι. Σε χρειάζομαι. Άμεσα. Έχω καλέσει ένα ταξί να σου χτυπήσει το κουδούνι και να σε φέρει εδώ, ώστε να μη χαθείς. Σε παρακαλώ, μη μου το αρνηθείς».

Πιάνω τα μαλλιά μου και τα απομακρύνω από το πρόσωπο μου, ενώ στηρίζομαι στον ένα μου αγκώνα, μπρούμυτα, στο μαλακό κρεβάτι που ακόμα δυσκολεύομαι να αφήσω.

«Ναι, φυσικά, Μάργκαρετ…» απαντώ ακόμη πιο βραχνά και καθαρίζω διακριτικά το λαιμό μου για να ρωτήσω: «Σε πόση ώρα πρέπει να είμαι εκεί;»

«Σε μισή ώρα.. Θα τα καταφέρεις, χρυσό μου;»

«Εμ...» Kοιτάζω το ρολόι στο χέρι μου. «Εντάξει. Τα λέμε εκεί». Κλείνω το τηλέφωνο και σωριάζομαι στο μαξιλάρι. Το να πάω είναι το λιγότερο που μπορώ να κάνω για αυτήν την γυναίκα που στην ουσία με υποδέχεται στη ζωή της με ανοιχτές αγκάλες.

Είμαι άβαφη, άχαρη, ξεμαλλιασμένη, νυσταγμένη και δεν προλαβαίνω να διορθώσω το παραμικρό. Κάνω γρήγορα ένα τρίλεπτο ζεστό ντους. Βάζω τις μπαλαρίνες μου και ένα μαύρο κολάν σε συνδυασμό με μια λευκή μακριά μπλούζα. Λίγη μάσκαρα και λιπ-γκλος. Τώρα ό,τι έκανα, έκανα! Το κουδούνι χτυπά, παίρνω κλειδιά, κινητό και φεύγω.

Ένα πελώριο κτίριο με μια τεράστια μεταλλική είσοδο ορθώνεται μπροστά μου. Σηκώνω τα μάτια μου εντυπωσιασμένη για να παρατηρήσω όλη του την έκταση. Άνθρωποι μπαινοβγαίνουν. Ακόμη και οι απλοί εργάτες, που κουβαλούν διάφορα πράγματα, είναι ντυμένοι άψογα. Προχωρώ κάπως διστακτικά. Δεν θυμάμαι τον όροφο, αλλά ρωτώ έναν φύλακα δίπλα στη δίφυλλη είσοδο.

«Στον ένατο όροφο λογικά θέλεις να πας». Χαμογελά. Είναι ένας εντυπωσιακός φύλακας με τη στολή του, τον ασύρματό του και με διαπεραστικά γαλάζια μάτια. Αν και πρόσφατα είδα τα πιο εντυπωσιακά μάτια που έχω αντικρύσει ποτέ στη ζωή μου.

«Ευχαριστώ!» απαντώ και κατευθύνομαι προς τον ανελκυστήρα. Η βαριά μεταλλική πόρτα ανοίγει τα φύλλα της και μπαίνω μέσα. Έχει στο βάθος έναν καθρέφτη και στα ηχεία σιγανά ακούγεται μουσική της Lady Gaga, το «Perfect Illusion», και σιγοτραγουδώ τα λόγια ενώ κοιτάζομαι στον καθρέφτη για να σουλουπωθώ λιγάκι. Έτσι όπως ετοιμάστηκα είμαι σίγουρη ότι θα φαίνομαι γελοία στον κόσμο της μόδας, αλλά δεν πειράζει.

Το πρώτο πράγμα που βλέπω είναι με κεφαλαία γράμματα την επωνυμία «WAW Kingdom»∙ το όνομα της εταιρείας που διευθύνει η θεία του Τζον. Ο ιδιοκτήτης, όπως έμαθα από τον Τζον, θα παραβρίσκεται σήμερα εδώ. Θα ήθελα να τον ευχαριστήσω για την ευκαιρία που μου δίνει να ενταχθώ σε ένα από τα πολλά τμήματα που υπάρχουν, παρά την περιορισμένη εμπειρία μου. Για να είμαι ακριβής, εργαζόμουν σε ένα μικρό κοριτσίστικο περιοδικό για ένα χρόνο, όπου απαντούσα σε ερωτήσεις αναγνωστριών. Παρόλο που αυτό δεν σχετίζεται με το αντικείμενο των σπουδών μου, ελπίζω να καταφέρω να εργαστώ κι εδώ σε μια ανάλογη θέση στο περιοδικό.

Ο Τζον με βλέπει και μου κάνει νόημα από μακριά να πάω στην πόρτα που υπάρχει στη δεξιά πλευρά. Δείχνει τόσο λαμπερός και ξεκούραστος! Μακάρι να είχα κι εγώ τόση ενέργεια. Τώρα τον βλέπω να χαριεντίζεται με ένα μοντέλο. Είναι μια ψηλή, ξανθιά γυναίκα, με ίσια, μακριά μαλλιά και ατελείωτα ακάλυπτα πόδια.

«Τζίνα!» με χαιρετά η γλυκιά χαρακτηριστική φωνή της Μάργκαρετ και ανταποδίδω με μια κίνηση του χεριού μου στον αέρα. Μου χαμογελά και χαϊδεύει το μπράτσο μου. «Συγνώμη που σε κάλεσα τελευταία στιγμή, όμως ένα μοντέλο μας λιποθύμησε. Ο Τζον μου πρότεινε αμέσως εσένα». Βλαστημώ από μέσα μου. Ω, Τζον Σμιθ, την έβαψες για τα καλά! Κοιτάζω τον εαυτό μου για να την κάνω να καταλάβει ότι είμαι εντελώς εκτός κλίματος.

«Μην ανησυχείς, χρυσό μου, ο Ντάνι Μάρτιν, ο σχεδιαστής μας, θα σε μεταμορφώσει στη στιγμή. Το ντεφιλέ αρχίσει σε δύο ώρες, έχεις χρόνο», με καθησυχάζει, ενώ ο σχεδιαστής που ανέφερε έρχεται προς το μέρος μας. Είναι καραφλός, γοητευτικός, με άσπρα κοκάλινα γυαλιά και λευκή πουκαμίσα, με τα μπροστινά κουμπιά ανοιχτά. Υποπτεύομαι πως είναι και λίγο... γκέι; Μάλλον πρέπει να το συνηθίσω. Σε μια τόσο μεγάλη πόλη πρέπει να είμαι ανοιχτόμυαλη.

«Ποια είναι η ομορφούλα από εδώ; Σε παρακαλώ, Μάργκαρετ, πες μου ότι είναι η κοπέλα που περιμένουμε γιατί θα τρελαθώ!» λέει με μια κάπως ταραγμένη φωνή και με ένταση κοιτάζοντάς την.

«Αυτή είναι, ηρέμησε. Η κοπέλα είναι πανέμορφη, όπως βλέπεις», χαμογελά και νιώθω τα μάγουλα μου να κοκκινίζουν.

Ο Ντάνι με επεξεργάζεται καλά και ξαφνικά με τραβά ελαφρά από το χέρι και τον ακολουθώ στο καμαρίνι με τα πολλά, μα πάρα πολλά, και πολύ εντυπωσιακά μοντέλα. Ψηλές, καλλίγραμμες κοπέλες, ξανθές, κοκκινομάλλες, μελαχρινές, όπως και με άλλα, εξωγήινα χρώματα μαλλιών, με υπέροχα σώματα, ντύνονται με την βοήθεια άλλων ανθρώπων. Τα φορέματα και όλα τα ρούχα δείχνουν εξτρίμ. Η Arianna Grande, o The Weeknd, η Lady Gaga, η Taylor SwiftKaty Perry και άλλοι γνωστοί τραγουδιστές ταιριάζουν γάντι στην περίσταση και μας βάζουν όλους στους ρυθμούς τους μέσα από τα ηχεία. Τα χρώματα της κολεξιόν έχουν έντονες αποχρώσεις συγκεκριμένων χρωμάτων, ενώ τα σχέδια είναι κάπως αποκαλυπτικά και προκλητικά, αλλά όχι στον βαθμό που να μπορούν να θεωρηθούν πρόστυχα και να ξεμείνουν στις βιτρίνες.

«Εύα, πάρε τη Τζίνα. Θέλω να της βάλεις στα χείλη το φλογερό κόκκινο του φορέματος. Είναι μελαχρινή και το λευκό της δέρμα είναι ιδανικό. Πες στην Ράσελ να της φορέσει το ντε-πιες που προοριζόταν για το μοντέλο που δεν ήρθε, να της αλλάξετε μακιγιάζ και πες στη Βικ να φτιάξει το χτένισμα της Ράσελ, πέφτει πολύ στους ώμους και δεν μου αρέσει, και μετά να φτιάξει τα μαλλιά της Τζίνας από δω».

Ο Ντάνι με δείχνει παίρνοντας βαθιά ανάσα, αφού τελείωσε τις διαταγές για την πρεμιέρα, απευθυνόμενος στο άτομο που είναι υπεύθυνο για τα μοντέλα και επιβλέπει όλη την προετοιμασία, όπως μου είχε εξηγήσει παλιότερα ο Τζον ότι γίνεται σε τέτοιες περιπτώσεις σε μια ταινία που βλέπαμε. Η Εύα, μακιγιέζ-κομμώτρια-βοηθός του Ντάνι, είναι μια πολύ γλυκιά, ξανθιά κοπέλα, με κοντά μαλλιά, αδύνατη, με γεμάτα χείλη. Μόλις ενημέρωσαν το άλλο μοντέλο ένιωσα μια ματιά μίσους να με διαπερνά. Μήπως θύμωσε που θα φορέσω εγώ το κόκκινο φόρεμα; Μπορεί, γιατί είναι και το μόνο τέτοιο φόρεμα.

Ατελείωτες στιγμές περνούν. Δεν αντέχω άλλο. Κάθομαι σχεδόν μια ώρα στην καρέκλα, ενώ η Εύα μαζί με έναν άλλο, αδύνατο άνδρα –κάπως ξινό- με πολύ δυνατές γωνίες, μου φτιάχνουν το μακιγιάζ και τα μαλλιά. Φωνές τριγύρω με έχουν τρελάνει. Μιλούν όλες και όλοι ακατάπαυστα. Άλλες νιώθουν άγχος για μια απλή πασαρέλα κι άλλες είναι ψύχραιμες και μάλλον περισσότερο έμπειρες αν κρίνω από την χαλαρότητα τους. Οι άνδρες-μοντέλα είναι ελάχιστοι και φλερτάρουν διακριτικά με τις κοπέλες, ενώ οι ίδιοι φαίνονται πανέτοιμοι.

«Ιδού το φόρεμα», καταφτάνει ο Τζον με ένα κόκκινο σκούρο φόρεμα στα χέρια του κοιτάζοντάς με στα μάτια. «Είσαι τρέλα!» Επιτέλους, ο κολλητός μου, ένα γνώριμο πρόσωπο.

«Αχ, Τζον, πού με έμπλεξες πάλι;» του ψελλίζω και χαμογελάω. «Ευχαριστώ», συνεχίζω.

Όσο και να γκρινιάζω, μέσα μου ένα μέρος του εαυτού μου χαίρεται που θα νιώσει μοντέλο σε πασαρέλα της Νέας Υόρκης και μάλιστα σε τέτοια ηλικία. Καλά, τώρα σκέφτομαι σαν σαραντάρα. Δεν πάω καλά.

«Να σε βοηθήσω;» μου λέει. Ήμουν το μοντέλο του για το σχεδιασμό ρούχων του άπειρες φορές. Και η αλήθεια είναι ότι τα ρούχα του είναι το ίδιο εντυπωσιακά με τούτα εδώ. Κρίμα που επέλεξε στην παρούσα φάση να απασχοληθεί ως φωτογράφος.

«Ναι», απαντώ και με βοηθά να φορέσω αυτό το ΠΑΡΑ πολύ εντυπωσιακό φόρεμα. Το επάνω μέρος είναι ένα μαύρο στράπλες, με μαύρη δαντέλα κάτω από το στήθος έως την μέση και μετά ακολουθεί σκούρο κόκκινο ύφασμα σε ίσια γραμμή. Υπάρχει ένα βαθύ σκίσιμο στο αριστερό πόδι και το σύνολο συνδυάζεται με ένα βαρύ περιδέραιο, κάπως μεγάλο, σκούρο ασημί συνδυασμένο με ψηλές γόβες στην ίδια απόχρωση.

Όταν αντικρίζω τον εαυτό μου στον ολόσωμο καθρέφτη γουρλώνω να μάτια μου. Ποτέ στην ζωή μου δεν είχα ξαναδεί τον εαυτό μου τόσο… εντυπωσιακό. Για μεγάλη μου τύχη, τα νύχια μου είναι σε εντυπωσιακό, σκούρο κόκκινο χρώμα και συνδυάζονται άψογα. Τα μαλλιά μου πέφτουν μακριά έως την μέση μου, ολόισια. Δεν μπορώ παρά να χαμογελάσω και ο Τζον, εξίσου εντυπωσιασμένος, με σκουντά. Πιάνομαι κατευθείαν από τον ώμο του για να μην πέσω.

«Μεγάλε, πρόσεχε λιγάκι!» μου λέει κι εγώ χαχανίζω και βάζω τη γόβα μου στο πόδι μου πιο σταθερά. «Κρίμα που είμαστε κολλητοί. Εάν σε γνώριζα σήμερα, θα σε ερωτευόμουν», αστειεύεται και η ξανθιά κοπέλα που ήταν μαζί της προηγουμένως τον καλεί.

«Αγάπη, πάω στη Νάτι. Αν με χρειαστείς εδώ τριγύρω είμαι, δεν χάνομαι», μου κλείνει το μάτι και μου κάνει νόημα. Η Νάτι έχει θαυμαστό μπούστο, από το οποίο ο φιλαράκος μου μάλλον εντυπωσιάστηκε υπερβολικά.

Στο επόμενο μισάωρο οι εντάσεις αυξάνονται στον χώρο. Νιώθω πονοκέφαλο. Είμαι μόνη μου. Κανείς δεν μου μιλά. Κάθομαι σαν τιμωρημένη σε μια γωνιά περιμένοντας να τελειώσει όλη αυτή η αναστάτωση και να αρχίσουμε. Βαριέμαι πολύ και δεν έχω κάτι στα χέρια μου να απασχοληθώ. Δεν έχω την παραμικρή ιδέα πού μπορεί να βρίσκονται το κινητό μου και τα ρούχα μου. Ο Τζον τα πήρε δίχως να με ενημερώσει σχετικά.

«Για να σε δω», λέει η Μάργκαρετ που παίρνει τον Ντάνι και ελέγχουν τα μοντέλα τους ένα προς ένα και καταλήγουν σε μένα.

«Μ’ αρέσει!» λέει ο Ντάνι αποφασιστικά στη Μάργκαρετ και με παρατηρεί έχοντας το χέρι στο πιγούνι του. «Μπορείς να περπατήσεις με τόσο ψηλά παπούτσια;» με ρωτά.

«Μπορώ».

«Γλιστράει λίγο η πασαρέλα αλλά μην ανησυχείς, εσύ είσαι δικιά μου. Και κάτι να πάει στραβά, εδώ είμαι εγώ», μου ψελλίζει στο αυτί καθησυχαστικά η Μάργκαρετ. Τη συμπάθησα από την πρώτη φορά που είχε έρθει στο Σαν Ντιέγκο να επισκεφτεί τον ανιψιό της, Τζον, και τον γιο της, Τομ, τον γείτονά μου στην πολυκατοικία που έμενα.

Ο Ντάνι επιπλήττει ένα μοντέλο που έχει κάτσει πάνω στην ουρά ενός φορέματος δίχως να το καταλάβει. Η Μάργκαρετ είναι κοντά μου. Έχω την αίσθηση πως στέκεται εκεί για να παραμείνω χαλαρή. Οι προβολείς λούζουν την πασαρέλα με άπλετο λευκό φως. Η επωνυμία της εταιρείας, WAW Kingdom, είναι αναρτημένη σε ένα μαύρο φόντο πίσω από την κυκλική τεράστια τούτη πασαρέλα, την οποία εγώ πρέπει να διανύσω ολόκληρη. Και μάλιστα δύο φορές! Όταν έρχεται η σειρά μου ο Τζον με καθησυχάζει με το βλέμμα του από τις μπροστινές θέσεις, κάτω, στη δεξιά πλευρά της πασαρέλας. Παίρνω βαθιά εισπνοή και ξεκινώ να βαδίζω με χάρη. Γλιστράει όντως η πασαρέλα. Αλλά όχι, δεν θα φοβηθώ! Τώρα θα το απολαύσω και απλά θα συνεχίσω να περπατάω!

Έλα τώρα Τζίνα! Λίγο ακόμη έμεινε! Νιώθω όλα τα βλέμματα πάνω μου, αλλά κατά έναν περίεργο τρόπο γίνεται ένα κλικ μέσα μου και δεν αισθάνομαι αμήχανα. Ίσα-ίσα, νιώθω τόσο όμορφη· γεμάτη αυτοπεποίθηση. Με το ζόρι συγκρατώ τη χαρά μου ενώ προχωρώ, ολοκληρώνω την πασαρέλα κι επανέρχομαι με ένα μεγάλο χαμόγελο στα καμαρίνια από την έξοδο της πασαρέλας. Τα κατάφερα! Δεν κατέβασα το βλέμμα μου να κοιτάξω άλλον πέρα από τον Τζον. Νιώθω ένα τόσο παράξενο συναίσθημα.

Κάποιες κοπέλες με κοιτάζουν με ένα ειρωνικό ύφος σαν να λένε «Κοιτά την άσχετη! Έβαλε μέσον και καμαρώνει κιόλας». Πραγματικά όμως, δεν με ενδιαφέρει ούτε στο ελάχιστο τι μπορεί να λέει ένα μάτσο άγνωστες για μένα. Έχω μάθει από μικρή ηλικία να μη με επηρεάζουν τα σχόλια και τα βλέμματα των ανθρώπων. Και απ’ ό,τι φαίνεται αυτό είναι υπέρ μου γιατί η αδιαφορία μου κάθε φορά τους εξουδετερώνει με επιτυχία.

Κοιτώ τα μοντέλα να βγαίνουν προς τα έξω. Δεν ξέρω πότε θα έρθει και πάλι η σειρά μου. Απολαμβάνω το θέαμα των εκπληκτικών ρούχων και περιμένω. Η δεύτερη πασαρέλα μού φάνηκε γρηγορότερη από την πρώτη. Όχι όμως και τόσο εντυπωσιακή καθώς βγήκα στη σειρά μαζί με τα υπόλοιπα μοντέλα, δίχως εγώ να είμαι το επίκεντρο της προσοχής.

«Στο γραφείο της θείας μου, στον τελευταίο όροφο. Δεν ήθελα να κάνεις ώρα για να το βρεις», μου λέει ο Τζον και βάζει το χέρι του στην τσέπη και μου δίνει το κλειδί. Αμέσως κατάλαβε τι χρειάζομαι και φρόντισε για όλα. «Ορίστε. Θα μπεις στο γραφείο με τη μικρή ταμπέλα Μ.Ρ.» –τα αρχικά γράμματα της θείας του.

«Κρίμα που πρέπει να αφήσω το φόρεμα, το έχω ερωτευτεί!», γκρινιάζω λίγο. «Λοιπόν, εσύ να φανταστώ θα μείνεις στο πάρτι;»

«Γιατί ρωτάς αφού ξέρεις την απάντηση;» μου λέει σηκώνοντας το φρύδι του και κοιτάζει τα μοντέλα παραπέρα. Ένα κόκκινο σημάδι από κραγιόν στο λαιμό του μου λύνει όλες τις απορίες.

«Ορμά!» του λέω κλείνοντας το μάτι και τον ακουμπώ στον ώμο καθώς απομακρύνομαι από το χάος που επικρατεί.

Αισθάνομαι μια υπέροχη ηρεμία καθώς μπαίνω στο ασανσέρ. Η βαβούρα και ο δυνατός ποπ ήχος των ηχείων αρχίζει να απομακρύνεται και μπορώ να απολαύσω τη σιωπή. Τα φύλλα του ασανσέρ αρχίζουν να κλείνουν, όμως ένα χέρι τα σταματά την τελευταία στιγμή. Ο γοητευτικός ξανθός εμφανίζεται πάλι μπροστά μου…

Κεφάλαιο 2

Κάποιος μου κάνει πλάκα…

«Είσαι μοντέλο…» μου λέει και ρίχνει πάνω μου τα μπλε του μάτια παρατηρώντας με προσεκτικά με το ανδρικό ύφος που απεχθάνομαι. Το απεχθάνομαι μεν, αλλά του συγκεκριμένου το φανταζόμουν για ώρες μέχρι πριν από λίγο. Πάω να χάσω την ισορροπία μου αλλά εισπνέω βαθιά και βρίσκω την αυτοκυριαρχία μου χωρίς να φανεί κάτι. Ελπίζω να μη φάνηκε δηλαδή... Δεν θα του απαντήσω. Έτσι, για το γαμώτο! Τα χέρια μου σταυρώνουν κάτω από το στήθος μου, σε αμυντική στάση και γυρνάω το βλέμμα μου από την άλλη. Παιδιάστικο να τον αγνοώ αλλά συνήθως πιάνει.

Από τον καθρέφτη τον κοιτώ με μισό μάτι. Έχει μια εντελώς κυριλέ αμφίεση με πανάκριβα ρούχα σε αποχρώσεις του μαύρου και του σκούρου γκρι. Είναι ολοφάνερο πως ανήκει στην ελίτ κοινωνία. Τα μαλλιά του άχαρα όπως και το πρωί, κρύβουν ένα ασημί σκουλαρίκι στο δεξί του καλοφτιαγμένο φρύδι. Τα χέρια του θυμάμαι πως είναι υπέροχα. Θα μπορούσε να περάσει από το νου μου πως δεν είναι στρέιτ, αλλά τέτοιο βλέμμα δεν υπάρχει περίπτωση να είναι κάποιου που δεν του αρέσει το γυναικείο φύλο. Πιθανότατα να είναι από αυτούς που αλλάζουν τις γυναίκες σαν τα πουκάμισά τους.

«Μπορώ να σε κάνω διάσημο μοντέλο

Enjoying the preview?
Page 1 of 1