Discover millions of ebooks, audiobooks, and so much more with a free trial

Only $11.99/month after trial. Cancel anytime.

Οι Δύο Αδελφοί: Το Ενδιάμεσο Βασίλειο, #2
Οι Δύο Αδελφοί: Το Ενδιάμεσο Βασίλειο, #2
Οι Δύο Αδελφοί: Το Ενδιάμεσο Βασίλειο, #2
Ebook361 pages4 hours

Οι Δύο Αδελφοί: Το Ενδιάμεσο Βασίλειο, #2

Rating: 5 out of 5 stars

5/5

()

Read preview

About this ebook

Οι Δύο Αδελφοί είναι το 2ο βιβλίο της πετυχημένης σειράς βιβλίων litRPG Το Ενδιάμεσο Βασίλειο της Phoenix Grey.

Υπόθεση:

Ο Γουίλ Γκάλβαν δεν είναι πια νουμπάς στο Βασίλειο. Βασικά, δεν είναι πια ο Γουίλ Γκάλβαν. Εμφανιζόμενος ως Αζούρ και ακόμα αναποφάσιστος για την κλάση του, είναι έτοιμος να αντιμετωπίσει στα ίσα την αιτία της κατάρας στη Νήσο Κρεσέντ. Δεν γνωρίζει, όμως, ότι οι αποφάσεις στο παιχνίδι μπορεί να έχουν συνέπειες στον πραγματικό κόσμο, μέχρι και θάνατο.

Αλλά, το πιο σημαντικό από όλα αυτά είναι ότι θα αποκαλυφθεί το μυστήριο του Ούντεν. Είναι καλός άνθρωπος ή κακός; Μήπως είναι ένας καλός τύπος που τυχαίνει να είναι και καθοίκι;

LanguageΕλληνικά
PublisherBadPress
Release dateMar 1, 2024
ISBN9781667468297
Οι Δύο Αδελφοί: Το Ενδιάμεσο Βασίλειο, #2

Related to Οι Δύο Αδελφοί

Titles in the series (2)

View More

Related ebooks

Related categories

Reviews for Οι Δύο Αδελφοί

Rating: 5 out of 5 stars
5/5

1 rating0 reviews

What did you think?

Tap to rate

Review must be at least 10 words

    Book preview

    Οι Δύο Αδελφοί - Phoenix Grey

    ΓΗ – 8 Σεπτεμβρίου 2057

    Ο ήχος ήταν φρικτός. Ήταν ο ήχος που όλοι οι γονείς μισούν όταν κάθονται στο νοσοκομείο κρατώντας σφιχτά το χέρι του αναίσθητου γιου τους.

    Ευθεία γραμμή.

    Ένα μακρόσυρτο μπιπ που σημαίνει ότι όλα τελείωσαν. Ότι οι ώρες ελπίδας και προσευχής πήγαν στράφι. Ότι ό,τι κι αν είχε κάνει η Ράντικαλ Ιντεράκτιβ στον γιο τους είχε αποτύχει.

    Επικράτησε πανικός. Οι δύο γονείς κοίταξαν τον Γουίλ σοκαρισμένοι. Η κυρία Γκάλβαν είχε ήδη αρχίσει να επαναλαμβάνει τη λέξη «όχι». Ο πατέρας του Γουίλ κοιτούσε μία το σώμα του γιου του και μία το μηχάνημα που σήμαινε τον θάνατό του. Αυτό δεν μπορούσε να είναι αληθινό.

    Το δωμάτιο κατακλύστηκε από θλίψη που εξαπλώθηκε σαν βλαβερό αέριο, πνίγοντας το συντετριμμένο ζευγάρι. Ο κ. Γκάλβαν ήταν άνθρωπος που έδειχνε λίγα συναισθήματα, αλλά αυτό παραήταν δυνατό. Παρόλο που δεν υπήρχε κανένα σημάδι ότι ο Γουίλ είχε ξυπνήσει τις δεκαεννέα μέρες που βρισκόταν στο νοσοκομείο, δεν υπήρχε επίσης καμία εξασθένιση της υγείας του. Αυτό απλώς δεν έβγαζε κανένα νόημα. Παραήταν ξαφνικό.

    Μια νοσοκόμα μπήκε μέσα, και το θέαμα μπροστά της την έκανε να σταματήσει, ενώ το χέρι της ανέβηκε στο στήθος της από συμπόνια. Άνοιξε το στόμα της για να μιλήσει, αλλά μετά αποφάσισε να μην το κάνει και βγήκε από το δωμάτιο. Λίγα λεπτά αργότερα, επέστρεψε με τον γιατρό και τον Μάικλ Κόλμαν. Ο γιατρός πήγε αμέσως να εκφράσει τα συλλυπητήριά του και έπειτα να ελέγξει τα μηχανήματα προτού ανακοινώσει την ώρα του θανάτου.

    Ο κ. Κόλμαν, ιατρικός διευθυντής της Ράντικαλ Ιντεράκτιβ για το πρότζεκτ «Το Βασίλειο», δεν μπορούσε να εξαναγκάσει τέτοιες συμπόνιες. Δεν ήταν καλά εξοικειωμένος με τον χειρισμό τεθλιμμένων οικογενειών, παρόλο που το είχε περάσει δεκάδες φορές στο παρελθόν. Το Βασίλειο δεν ήταν καθόλου τέλειο. Συνήθως, οι συμμετέχοντες δεν επιβίωναν. Αν και, ήταν ενάντια στην πολιτική της εταιρείας να το λέει αυτό στους γονείς και τους συζύγους. Ήταν ήδη αρκετά κακό που ήξεραν ότι επρόκειτο για πείραμα.

    Άλλη μια αποτυχία, σκέφτηκε, αν και δεν μπορούσε να καταλάβει αν ήταν απογοήτευση ή τύψεις αυτό που ένιωθε. Αναμφίβολα, ο Γουίλ θα είχε πεθάνει εδώ και πολύ καιρό αν δεν τον είχαν βάλει στο Βασίλειο. Το εμφύτευμα που μετέφερε το παιχνίδι διήγειρε τμήματα του εγκεφάλου του που διαφορετικά θα είχαν παραμείνει αδρανή στην απώλεια αισθήσεών του.

    Αλλά η Ράντικαλ Ιντεράκτιβ δεν προσπαθούσε απλώς να επιτύχει ένα ιατρικό θαύμα. Αφού υπέστη τόσο σκληρή κριτική για το αρχικό αποτυχημένο λανσάρισμα του Βασιλείου, θέλησε να ανταποδώσει με ένα παιχνίδι που προηγείτο τεχνολογικά. Ένα επίπεδο ψυχολογικής εμβύθισης τόσο έντονο, που ο παίκτης δεν θα μπορούσε πλέον να καταλάβει αν ο κόσμος ήταν πραγματικός ή όχι. Αυτό απαιτούσε την αξιοποίηση τμημάτων του εγκεφάλου στα οποία καμία εταιρεία παιχνιδιών δεν είχε τολμήσει να εισέλθει στο παρελθόν λόγω του υψηλού κινδύνου βλάβης. Κανείς δεν θα τολμούσε να το δοκιμάσει αυτό σε έναν υγιή άνθρωπο... ακόμη και αν ο ίδιος προσφερόταν εθελοντικά. Αλλά σε κάποιον που ήταν σχεδόν νεκρός – ε, όσο να πεις, αυτό ξεπερνούσε πολλές γραφειοκρατικές διαδικασίες. Αν ο παίκτης επιβίωνε, ήταν θαύμα και επιτυχία. Αλλά αν πέθαινε, τι σημασία είχε; Ήταν ήδη αναλώσιμος. Ίσως γι’ αυτό ήταν τόσο δύσκολο για τον Μάικλ να βλέπει πια αυτούς τους ανθρώπους σαν ανθρώπους. Διαφορετικά, θα ήταν πιθανότατα νεκροί. Τώρα, ήταν απλώς πειραματόζωα.

    «Τι του συνέβη; Ήταν μια χαρά όλο αυτό το διάστημα», ρώτησε ο κ. Γκάλβαν, φανερά ταραγμένος.

    «Δεν ξέρω. Αυτό συμβαίνει μερικές φορές», είπε στα ψέματα ο κ. Κόλμαν.

    Πώς θα μπορούσε να πει σε αυτόν τον άνθρωπο ότι ο γιος του είχε δολοφονηθεί από έναν δαίμονα; Αυτό θα ήταν η σπίθα για οργή και περισσότερες ερωτήσεις από όσες ήθελε να απαντήσει ο κ. Κόλμαν. Στην πραγματικότητα, η αρχική αιτία του κώματος του Γουίλ, το χτύπημα του κροτάφου του στην άκρη του πάγκου της κουζίνας, θα ήταν ένας πολύ καλύτερος τρόπος για να πάει. Αν δεν δεις τον θάνατο να έρχεται, δεν μπορείς να τον φοβηθείς κιόλας.

    Κανείς δεν θέλει να ακούσει ότι το παιδί του ένιωσε απόλυτο τρόμο πριν τον πάρει ο χάρος. Και παρόλο που δεν ήταν το πιο τρομακτικό πράγμα που είχε σκαρφιστεί η Ράντικαλ Ιντεράκτιβ για το Βασίλειο, οι δαίμονες ήταν πολύ ψηλά στη λίστα.

    Μόλις η νοσοκόμα ήρθε να αναφέρει ότι ο Γουίλ είχε πεθάνει, ο κ. Κόλμαν τηλεφώνησε στη ομάδα οπτικής απεικόνισης της Ράντικαλ Ιντεράκτιβ – τα άτομα που παρακολουθούσαν τη ζωντανή μετάδοση που προβαλλόταν από το εμφύτευμα. Οι πληροφορίες για τον θάνατο του Γουίλιαμ Γκάλβαν θα μεταδίδονταν έπειτα σε πολλά τμήματα της Ράντικαλ Ιντεράκτιβ. Το τμήμα ανάπτυξης θα άρχιζε να τροποποιεί ελαφρώς το παιχνίδι για να αυξήσει την επιβιωσιμότητα, ενώ η ιατρική ομάδα θα ανέλυε τις κορυφώσεις στην εγκεφαλική δραστηριότητα του Γουίλ για να προσπαθήσει να απομονώσει την πραγματική αιτία θανάτου. Κάθε αποθανών παίκτης επιτελούσε έναν σκοπό για την τροποποίηση του παιχνιδιού.

    Ο γιατρός σήκωσε τον καρπό του με τη συσκευή και την πάτησε για να αποκτήσει πρόσβαση στον φάκελο του Γουίλιαμ. «Η ώρα θανάτου είναι ακριβώς 9 το πρωί».

    Η κυρία Γκάλβαν ούρλιαξε στο άκουσμα της ανακοίνωσης.

    Η νοσοκόμα πήγε να κλείσει τα μηχανήματα, κοιτώντας το άψυχο σώμα, ώστε να αποφύγει να κοιτάξει τους πενθούντες γονείς. Ο θάνατος ήταν κάτι άβολο για όλους τους εμπλεκόμενους.

    Μόλις το δάχτυλό της άγγιξε το κουμπί για να σταματήσει το ανυπόφορο μπιπ, ο Γουίλιαμ Γκάλβαν εισέπνευσε με τόση δύναμη, που το στήθος του φούσκωσε και το σώμα του τινάχτηκε. Όλοι στο δωμάτιο αναπήδησαν από το απροσδόκητο της θέασης ενός νεκρού σώματος που ξαφνικά επανήλθε στη ζωή. Τότε, ο Γουίλ άρχισε να βήχει. Έντονα. Τα μηχανήματα έκαναν «μπιπ», ενώ οι παλμοί της καρδιάς του επιταχύνθηκαν εξαιρετικά. Ήταν η πιο έντονη δραστηριότητα που είχαν δει από αυτόν από τότε που τον πήγαν εκεί.

    Ο γιατρός έσπευσε στο πλευρό του Γουίλ, βάζοντας το στηθοσκόπιο από τον λαιμό του στα αφτιά του για να ακούσει το στήθος του Γουίλ. «Είναι σαν να πνίγεται από νερό», είπε.

    Το μόνο που μπορούσαν να κάνουν ήταν να παρακολουθούν και να περιμένουν είτε να σταθεροποιηθεί ο Γουίλ είτε να υποκύψει ξανά στον θάνατο.

    «Γουίλ, μωρό μου. Εδώ είμαι», είπε η κυρία Γκάλβαν στον γιο της, καθώς του έσφιγγε το χέρι, στεκόταν δίπλα στο κρεβάτι και του απομάκρυνε τα μαλλιά που είχαν πέσει στο πρόσωπό του. «Εδώ είμαστε». Κοίταξε ξανά τον σύζυγό της, με τα ανοιχτόχρωμα μπλε μάτια της να λάμπουν από ελπίδα.

    Η συσκευή στον καρπό του κ. Κόλμαν δονήθηκε. Πήγε στη γωνία του δωματίου για να απαντήσει στην κλήση. Στην άλλη άκρη της γραμμής ήταν ο οπτικός επόπτης του Γουίλ. Αντάλλαξαν μερικές κουβέντες και μετά ο κ. Κόλμαν έκλεισε το τηλέφωνο, χαμογελώντας πλατιά.

    Όταν γύρισε και κοίταξε ξανά το νοσοκομειακό κρεβάτι, ο κ. Γκάλβαν τον πλησίαζε. Αν και μόλις είχε πάρει πίσω τον γιο του, δεν έδειχνε χαρούμενος. Αν ο κ. Κόλμαν ήταν μικρότερος, ίσως να φοβόταν, αλλά ήταν καλά εκπαιδευμένος να χειρίζεται επιθετικά μέλη των οικογενειών. Ήταν απλώς μέρος της δουλειάς του.

    «Τι του συμβαίνει; Τι του έκανες;» Τα λόγια του κ. Γκάλβαν ήταν σχεδόν κατηγορητήρια.

    Ο κ. Κόλμαν τον χτύπησε ελαφρώς στον ώμο, κοιτάζοντας τον Γουίλ. «Δεν του έκανα τίποτα. Απ’ ό,τι φαίνεται, η ιστορία του Γουίλιαμ δεν έχει τελειώσει ακόμα».

    ΒΑΣΙΛΕΙΟ – Ημέρα 28

    «Αυτό με απασχολεί εδώ και καιρό». Ήταν μια αμήχανη συζήτηση. Μια συζήτηση που πιθανότατα θα ξεκινούσε μια διαφωνία, γι’ αυτό και ήταν απαραίτητο να περιμένουν μέχρι να κοιμηθεί ο Λόνελ.

    Μόλις είχαν αλλάξει καθήκοντα σκοπιάς. Ο Αζούρ το είχε σχεδιάσει έτσι ώστε η σειρά του να είναι μετά τη σειρά του Λόνελ. Με αυτόν τον τρόπο, ο Λόνελ θα κοιμόταν ακόμα όταν θα ερχόταν η ώρα να αντιμετωπίσει τον Ούντεν.

    Ένα μέρος του αναρωτιόταν αν άξιζε καν να το αναφέρει, όταν όλοι ήταν αγχωμένοι από την ιδέα ότι έπρεπε να αντιμετωπίσουν έναν τόσο τρομερό εχθρό όπως ο δαίμονας. Αλλά τίποτα δεν θα ήταν πιο χαζό από το να περιπλανηθείς σε μια σκοτεινή σπηλιά με κάποιον που ήταν κρυφά εχθρός σου. Ωστόσο, ήταν δύσκολο για τον Αζούρ να πιστέψει ότι συνέβαινε αυτό. Παρόλο που το ημιδαιμόνιο μπορεί να μην έδινε δεκάρα αν ο Αζούρ πέθαινε, νοιαζόταν για τον αδελφό του.

    «Τι συμβαίνει;» ρώτησε ο Ούντεν καθώς τεντωνόταν. Αναμφίβολα, το ημιδαιμόνιο ήταν πιο ξεκούραστο από τον Αζούρ. Ενώ εκείνος και ο αδελφός του είχαν κοιμηθεί έξι ώρες συνεχόμενα, ο ύπνος του Αζούρ είχε κοπεί στη μέση λόγω του ότι είχε αναλάβει τη μεσαία βάρδια. Ήταν η βάρδια που κανείς δεν ήθελε ποτέ. Κάτι που συχνά εναλλασσόταν για λόγους δικαιοσύνης.

    «Όταν τα γκόμπλιν με είχαν αιχμαλωτίσει και περπατούσα μέσα στον καταυλισμό τους, παρατήρησα κάτι». Δεν υπήρχε διακριτικός τρόπος να προσεγγίσει κανείς αυτό το θέμα χωρίς να ακουστεί κατηγορητικός. «Θυμάσαι τον μάγειρα από τον καταυλισμό των γκόμπλιν; Αυτόν με το δάγκωμα στην κλείδα. Το έσκασε όταν επιτεθήκαμε, και υποτίθεται ότι εσύ θα τον κυνηγούσες και θα τον σκότωνες».

    «Ναι;» Ο Ούντεν παρέτεινε τη λέξη και κουνήθηκε από τη θέση του. «Και τι εννοείς μ’ αυτό;»

    «Ήταν στον καταυλισμό», του είπε ο Αζούρ με όση βεβαιότητα μπορούσε να επιστρατεύσει. «Που σημαίνει ότι δεν τον σκότωσες. Που σημαίνει ότι είπες ψέματα», είπε με έμφαση.

    Το ημιδαιμόνιο ξεφύσησε και κοίταξε προς τα πάνω σε ένδειξη αγανάκτησης. «Πιστεύεις πραγματικά ότι θα ήμουν τόσο ηλίθιος ώστε να τον αφήσω να ζήσει; Σου είπα ότι τον κυνήγησα και το έκανα. Όποιο γκόμπλιν κι αν είδες στον καταυλισμό δεν ήταν το ίδιο». Έκανε ένα νεύμα απομάκρυνσης του ισχυρισμού του Αζούρ.

    Ο Αζούρ σήκωσε το ένα φρύδι, χωρίς να θέλει να αφήσει το θέμα. «Είμαι κατά 99% σίγουρος ότι ήταν το ίδιο γκόμπλιν. Δεν έχω δει άλλα γκόμπλιν με δαγκωματιές στον λαιμό τους».

    «Τότε δεν έχεις ψάξει αρκετά», επέμεινε ο Ούντεν. «Εγώ έχω δει πολλά».

    «Και ήταν και αυτά μάγειρες;» συνέχισε.

    Ολόκληρο το σώμα του ημιδαιμόνιου μάζεψε απ’ την ενόχληση. «Απλώς έχεις αποφασίσει να μη με εμπιστεύεσαι. Γιατί να το αφήσω να ζήσει αφού ήξερα ότι θα πήγαινε να το πει στα άλλα γκόμπλιν; Αυτό θα με έβαζε κι εμένα σε κίνδυνο, και δεν μου αρέσει να κινδυνεύω».

    Αυτή η δήλωση ήταν για γέλια, αν αναλογιστεί κανείς σε πόσο μεγάλο κίνδυνο τους είχε θέσει ο Ούντεν με την αιφνιδιαστική επίθεση στον καταυλισμό των γκόμπλιν, ενώ ήταν σαφώς λιγότεροι. Αν το ημιδαιμόνιο ήταν κάτι, τότε ήταν σίγουρα λάτρης της περιπέτειας, όπως είχε φανεί.

    «Εσύ να μου πεις». Ο Αζούρ σταύρωσε τα χέρια του στο στήθος του.

    Ο Ούντεν ρουθούνισε. «Μήπως υπονοείς ότι έχω, με κάποιον τρόπο, συνωμοτήσει με τα γκόμπλιν;»

    «Δεν λέω αυτό. Δεν ξέρω τι συμβαίνει. Ξέρω μόνο ότι το ίδιο γκόμπλιν που ήταν στη βάση ήταν και στον καταυλισμό και ότι είπες ψέματα ότι το σκότωσες. Αν σταματούσες να λες ψέματα και μου εξηγούσες τι σκατά έκανες, τότε ίσως να καταλάβαινα».

    «Δεν υπάρχει τίποτα να εξηγήσω». Το ημιδαιμόνιο σήκωσε τα χέρια του ψηλά από απογοήτευση. «Είπα ότι σκότωσα το γκόμπλιν, και το σκότωσα το γκόμπλιν. Λυπάμαι που τα μάτια σου σε ξεγέλασαν. Δεν ξέρω τι άλλο θέλεις να σου πω, αλλά αυτή η συζήτηση έχει αρχίσει να με εκνευρίζει». Ο Ούντεν κάθισε απότομα δίπλα στη φωτιά, με το σαγόνι του σφιγμένο από το στρες.

    Ο Αζούρ αναστέναξε. Ήξερε ότι θα διαφωνούσαν γι’ αυτό, αλλά δεν περίμενε ότι δεν θα έβγαζε άκρη. Για λίγο, ο Αζούρ αναρωτήθηκε αν ο Ούντεν έλεγε την αλήθεια – αν απλώς φανταζόταν τα πράγματα. Αλλά μετά έδιωξε τη σκέψη. Ήταν το ίδιο γκόμπλιν. Το ήξερε ότι ήταν. Μήπως υπήρχε κάποιος λόγος για τον οποίο ο Ούντεν έλεγε ψέματα; Ίσως ντρεπόταν για την αποτυχία του και δεν ήθελε να το μάθει ο Λόνελ.

    Αλλά ακόμα και έτσι – η εκτέλεση του γκόμπλιν ήταν σημαντική. Όχι μόνο γι’ αυτούς, αλλά και για την ασφάλεια του Κράγκμπελ και των γονιών του Ούντεν. Ήταν δύσκολο να πιστέψει κανείς ότι δεν θα είχε κάνει τα πάντα για να βρει και να σκοτώσει το γκόμπλιν. Εκτός αν υπήρχε κάποιο απώτερο κίνητρο.

    «Πήγαινε για ύπνο», του είπε το ημιδαιμόνιο, ρίχνοντάς του ένα βλέμμα που έδειχνε ότι ίσως ήθελε να κοιμηθεί με το ένα μάτι ανοιχτό απόψε. «Έχουμε ακόμα μια ολόκληρη μέρα ταξίδι μέχρι να φτάσουμε στη σπηλιά. Δεν θα μας είσαι χρήσιμος κουρασμένος».

    Ο Αζούρ περίμενε να δει μια ειδοποίηση ότι το επίπεδο της σχέσης του με τον Ούντεν είχε πέσει. Σίγουρα δεν είχαν καλές σχέσεις αυτήν τη στιγμή, και ένιωθε άβολα στην παρουσία του ημιδαιμόνιου. Ίσως οι πόντοι να πήγαιναν μόνο προς μία κατεύθυνση. Αν ο Ούντεν δεν ήταν NPC, σίγουρα θα είχε λάβει την ειδοποίηση από την πλευρά του.

    Πρέπει να τον εμπιστευτώ, είπε ο Αζούρ από μέσα του καθώς έπεφτε για ύπνο. Όταν θα είμαστε στη σπηλιά με τον Σκοτεινό, η ασφάλειά μου θα είναι εν μέρει στα χέρια του. Καθώς έκλεινε τα μάτια του για να κοιμηθεί, αναρωτήθηκε αν ήταν αφελής.

    Όπως ήταν φυσικό, ο ύπνος δεν ήρθε εύκολα. Για το μεγαλύτερο μέρος της νύχτας που είχε απομείνει, ο Αζούρ στριφογύριζε, αναπολώντας τα γεγονότα που συνέβησαν όταν αυτός και το ημιδαιμόνιο έψαχναν μόνοι τους τον Σκοτεινό. Τον τρόπο με τον οποίο ο Ούντεν επέμενε ότι δεν έκαναν κύκλους, ενώ προφανώς έκαναν. Πώς είχε προτείνει να χωριστούν όταν είχαν βρει τα τρία γκόμπλιν. Αλλά πάνω απ’ όλα, προσπαθώντας να ταυτίσει τον μάγειρα από τη βάση με τον μάγειρα από τον καταυλισμό.

    Ομολογουμένως, ο Αζούρ δεν ήταν και το πιο παρατηρητικό άτομο. Δεν μπορούσε να μετρήσει πόσες φορές η Σίλα είχε αλλάξει τα μαλλιά της και δεν το είχε καν προσέξει. Όμως, ο Αζούρ θυμόταν σίγουρα την ατάκα που του έλεγε μετά από κάθε τέτοιο περιστατικό. Θα περίμενε κανείς ότι αυτό θα τον έκανε πιο παρατηρητικό, αλλά έδειχνε να είναι επιλεκτικός όταν επρόκειτο για –αυτό που θεωρούσε ως– λεπτομέρειες.

    Ίσως έκανε λάθος. Ίσως να ήταν άλλο γκόμπλιν. Αλλά ποιες ήταν οι πιθανότητες;

    Το πρωί ήρθε πολύ σύντομα. Ήταν σαν ο Αζούρ να είχε μόλις κλείσει τα μάτια του και μετά να τον ξυπνούσαν σκουντώντας τον. Ένιωθε το σώμα του πολύ βαρύ από την έλλειψη ύπνου, αλλά αυτό ποτέ στο παρελθόν δεν τους είχε εμποδίσει να συνεχίσουν να προχωρούν.

    Τώρα που όλοι είχαν μπει σε ομάδα ξανά, ο Ούντεν δεν ήταν ο συνήθης τεμπέλης εαυτός του. Μόλις που κοίταξε τον Αζούρ καθώς έτρωγαν το πρωινό τους πριν ξεκινήσουν για το δάσος, φανερά ακόμα στραβωμένος για τις χθεσινοβραδινές κατηγορίες.

    Αφού είχαν ταξιδέψει μαζί για τόσο πολύ καιρό, η σιωπή μεταξύ των ανδρών είχε γίνει φυσιολογική, φυσική. Σήμερα, όμως, η ατμόσφαιρα ήταν τεταμένη. Τουλάχιστον, από την πλευρά του Αζούρ. Ήθελε ακόμα να μιλήσει για το γκόμπλιν, αλλά τι έμενε να ειπωθεί; Ο Ούντεν απλώς θα συνέχιζε να το αρνείται. Ο Λόνελ πιθανότατα θα έπαιρνε το μέρος του αδελφού του. Και μετά θα ήταν όλοι αναστατωμένοι. Άλλωστε, το να τσακώνονται όταν είχαν ήδη μπει σε περιοχή των γκόμπλιν σίγουρα δεν ήταν καλή ιδέα. Ήταν καλύτερο να αφήσει το θέμα και να εύχεται ότι το ημιδαιμόνιο δεν έλεγε ψέματα.

    Μέχρι να φτάσουν στο ποτάμι που οδηγούσε στη σπηλιά του δαίμονα, ο Αζούρ είχε ανεβάσει στο επίπεδο 3 τις δεξιότητές του στην Τόξευση και την Αορατότητα μόνο από το κυνήγι που είχε κάνει στο ταξίδι τους. Αν και το επίπεδο της δεξιότητας Τόξευση δεν του παρείχε κάποιο μπόνους, απέκτησε ένα μπόνους ζημιάς 3% όταν χρησιμοποιούσε την Αορατότητα. Του ήταν πλέον σαφές ότι το μπόνους αυξανόταν κατά έναν πόντο για κάθε αύξηση του επιπέδου. Τουλάχιστον, έτσι φαινόταν να λειτουργεί.

    Ο φόβος του για τον δαίμονα είχε ως επί το πλείστον υποχωρήσει, αν και ο Αζούρ σίγουρα δεν ανυπομονούσε να τον ξαναδεί. Το γεγονός ότι είχε τους φίλους του δίπλα του βοήθησε να μετριαστεί ο φόβος του. Ήταν πιο δυνατοί μαζί και ήξερε ότι δεν θα ήταν ο μοναδικός στόχος του πλάσματος όταν τελικά το συναντούσαν.

    Βρέθηκαν στο ποτάμι, εκεί όπου είχε ξεβραστεί ο Αζούρ, και έκαναν την κοπιαστική ανάβαση προς τα ανάντη. Με έκπληξη διαπίστωσε ότι απείχαν μόνο περίπου 400 μέτρα από τον καταρράκτη από τον οποίο είχε πέσει όταν είχε ξεφύγει από τον Σκοτεινό. Ο Αζούρ δεν είχε παρασυρθεί πολύ από το ρεύμα. Στην πραγματικότητα, ήταν τόσο κοντά, που δεν θα χρειαζόταν πολύ για να τον κυνηγήσει ο δαίμονας. Αυτό σήμαινε ότι το πλάσμα δεν ασχολήθηκε καν.

    Ίσως αυτό να ήταν σαν τα άλλα παιχνίδια που έπαιζε, όπου αν έβγαινες από την εμβέλεια του αρχιεχθρού, αυτός σταματούσε να σε κυνηγάει. Αν και ήταν σίγουρα ευγνώμων, αυτό του φαινόταν σαν μια αρχαϊκή ιδέα. Ο Σκοτεινός είχε ταξιδέψει πολύ πιο μακριά για να φτάσει στον καταυλισμό των γκόμπλιν και να τον πιάσει. Θα χρειαζόταν λιγότερη προσπάθεια για να ακολουθήσει το ποτάμι. Αλλά ίσως είχε απλώς υποθέσει ότι είχε ξεβραστεί πιο κάτω στο ρεύμα, ή ίσως ότι είχε πεθάνει από την πτώση και δεν άξιζε πια να τον κυνηγήσει. Εξάλλου, χρειαζόταν κάποιον ζωντανό για τη θυσία.

    Απομακρύνθηκαν από τον καταρράκτη, για να βρουν μια λιγότερο απότομη ανάβαση προς τη σπηλιά του δαίμονα, και επέστρεψαν ξανά κοντά στο ποτάμι μόλις ανέβηκαν. Δεν άργησαν να φτάσουν στη μικρή στροφή που αποκάλυπτε την είσοδο της σπηλιάς. Ο Λόνελ σταμάτησε και αμέσως έκανε πίσω, με αποτέλεσμα ο Ούντεν να πέσει πάνω του.

    «Τι έγινε;» ψιθύρισε το ημιδαιμόνιο.

    «Γκόμπλιν», είπε ο Λόνελ.

    Αυτή η λέξη είχε γίνει τόσο οικεία, που προκαλούσε ενθουσιασμό και άγχος στον Αζούρ. «Πόσα;»

    «Δύο στην είσοδο της σπηλιάς, που τη φυλάνε. Και οι δύο πολεμιστές».

    «Σε είδαν;» Το χέρι του Ούντεν έπιασε ήδη το στιλέτο του.

    «Δεν είμαι σίγουρος, αλλά δεν νομίζω». Ο Λόνελ έκανε πίσω μερικά μέτρα ακόμα και σταμάτησε πιάνοντας το κοντάρι του.

    «Τα ανέλυσες;»

    «Όχι». Κούνησε το κεφάλι του. «Αλλά είναι μεγάλα».

    Στάθηκαν εκεί σχεδόν σιωπηλοί για αρκετά δευτερόλεπτα, ακούγοντας για τυχόν βήματα να πλησιάζουν όσο καλύτερα μπορούσαν, με το κελάρυσμα του ποταμιού στο βάθος. Η καρδιά του Αζούρ χτυπούσε δυνατά, ενώ η αδρεναλίνη τον διαπερνούσε καθώς έβγαζε προσεκτικά το σπαθί του. Ήταν ανησυχητικό να μη γνωρίζει τη δύναμη των εχθρών τους. Η επιθυμία του Αζούρ να κρυφοκοιτάξει ήταν μεγάλη, αλλά ήξερε αρκετά καλά από την πρώτη φορά εδώ ότι δεν θα είχε καλή κάλυψη. Θα ήταν τέρμα τυχεροί αν τα γκόμπλιν δεν τους είχαν δει.

    Τα λεπτά έμοιαζαν με ώρες, καθώς περίμεναν τη μάχη να τους έρθει, αλλά δεν τους ήρθε ποτέ. Χωρίς να χάσει τα μάτια του από την κατεύθυνση της σπηλιάς, ο Λόνελ τους έκανε νόημα να συνεχίσουν να υποχωρούν. Παρέμειναν σε επαγρύπνηση καθώς οπισθοχώρησαν μερικά μέτρα προς τα κατάντη, προτού σταματήσουν για να συζητήσουν ένα σχέδιο δράσης.

    «Πιθανώς θα είναι δυνατοί», σχολίασε ο Ούντεν. «Ο δαίμονας υποψιάστηκε ότι θα ερχόμασταν».

    «Αυτό είναι αρκετά προφανές», ανταπέδωσε ο Αζούρ ενοχλημένος.

    «Αν δεν μας είδαν, θα έχουμε την ευκαιρία να τους αναλύσουμε πριν εμπλακούμε σε μάχη», ανέφερε ο Λόνελ.

    «Αλλά μόνο ακριβώς πριν εμπλακούμε», επισήμανε το ημιδαιμόνιο.

    «Όπως και να έχει, είμαστε τρεις εναντίον δύο και έχουμε όπλα μακρινής εμβέλειας. Απ’ ό,τι είδα, αυτοί δεν έχουν. Θα είμαστε μια χαρά», τους διαβεβαίωσε ο Λόνελ.

    «Θα πάω εγώ πρώτος με το τόξο μου, αφού έχει τη μεγαλύτερη εμβέλεια. Όταν πλησιάσουν, ο Ούντεν μπορεί να ρίξει τα μαχαίρια του. Λόνελ, μπορείς να μπεις στη μάχη όταν φτάσουν σε κοντινή απόσταση. Αν δεν έχουμε σκοτώσει κανέναν μέχρι τότε, τότε σίγουρα θα έχουν αποδυναμωθεί», πρότεινε ο Αζούρ.

    «Ακούγεται αρκετά καλό σχέδιο». Ο Λόνελ έγνεψε πριν κοιτάξει τον αδελφό του.

    «Δεν έχω κάποιο παράπονο εγώ». Ο Ούντεν σήκωσε τα χέρια του σε ένδειξη παράδοσης. Ήταν σαν να πίστευε ότι περίμεναν να διαφωνήσει. Σε κάποιον βαθμό, ο Αζούρ διαφωνούσε. Το ημιδαιμόνιο μόνο ηλίθιες αποφάσεις έπαιρνε και είχε την ανάγκη να πάρει τον έλεγχο αυτές τις τελευταίες εβδομάδες. Ήλπιζε ότι αυτήν τη φορά θα τηρούσε το σχέδιο.

    «Είστε έτοιμοι;» Ο Λόνελ πήρε μια βαθιά ανάσα.

    «Γεννήθηκα έτοιμος». Ο Ούντεν στριφογύρισε τα μαχαίρια του, με ένα αιμοδιψές χαμόγελο.

    «Πολύ το απολαμβάνεις βλέπω». Ο Αζούρ σήκωσε το φρύδι του.

    «Συνέχισε. Σε περιμένουμε». Ο Ούντεν του έκανε μια χειρονομία ανυπομονησίας για να ετοιμάσει το τόξο του.

    «Πόσα μέτρα μακριά είναι λες;» ρώτησε ο Αζούρ καθώς έβαζε ένα βέλος στη χορδή.

    «Ε, θα ‘ναι δεν θα ‘ναι εκατό», απάντησε ο Λόνελ.

    «Θα πρέπει να πλησιάσω περισσότερο για να ρίξω», είπε, περισσότερο στον εαυτό του παρά στους άλλους δύο. Αυτό σήμαινε ότι τα γκόμπλιν θα είχαν την ευκαιρία να τον πλησιάσουν, αν κέρδιζαν κάποια απόσταση.

    «Το ‘χουμε, αδελφέ». Ο Λόνελ τον χτύπησε ελαφρώς στον ώμο.

    «Μη χασομεράτε. Δεν έχουμε όλη την ημέρα». Ο Ούντεν χτυπούσε το πόδι του με ανυπομονησία.

    Ο Αζούρ έριξε ένα περιφρονητικό πλάγιο βλέμμα στο ημιδαιμόνιο πριν κατευθυνθεί προς τη σπηλιά. Τα βήματά του ήταν βιαστικά λόγω της επείγουσας κατάστασης, αλλά ήξερε ότι δεν μπορούσε να αφήσει την αδρεναλίνη να τον κατακλύσει. Έπρεπε να σκεφτεί στρατηγικά, επειδή είχε πεπερασμένο αριθμό βελών και δεν ήξερε πόσα επίπεδα είχε το μπουντρούμι.

    Αυτό ήταν κάτι που είχαν συζητήσει εκτενώς κατά τη διάρκεια του ταξιδιού τους. Ο Λόνελ τού είχε πει ότι τα μπουντρούμια μπορεί να έχουν βάθος μέχρι και δέκα επίπεδα. Οι ισχυροί αρχιεχθροί είχαν πάντα δέκα επίπεδα. Οι αδύναμοι αρχιεχθροί, από την άλλη, μπορεί να είχαν λιγότερα, αλλά δεν ήταν και ασυνήθιστο να έχουν και αυτοί δέκα· απλώς είχαν λιγότερο ισχυρά τέρατα στη διαδρομή. Πραγματικά, ήταν ρίσκο. Δεν υπήρχε τρόπος να το καταλάβεις μέχρι να κατέβεις.

    Ο Αζούρ είχε εξαντλήσει όλα τα έξτρα χάλκινα βέλη που είχε φέρει μαζί του ο Λόνελ όταν κυνηγούσε. Τώρα, του είχαν απομείνει μόνο τα δεκαπέντε Χάλκινα Βέλη Ελάσσονος Φωτεινής Μαγείας. Αν τα χώριζε ανά επίπεδο, μπορούσε να χρησιμοποιήσει μόνο ένα ή δύο ανά επίπεδο. Μέσα στη σπηλιά, πιθανότατα ο πιο αποτελεσματικός τρόπος μάχης θα ήταν από κοντινή απόσταση. Ήθελε να κρατήσει τουλάχιστον πέντε βέλη για τον Σκοτεινό. Για το συγκεκριμένο εγχείρημα της εξόντωσης των γκόμπλιν-φρουρών, έπρεπε να χρησιμοποιήσει το τόξο του. Δεν ήθελε να σπαταλάει τα μαγικά βέλη σε εχθρούς από τους οποίους δεν θα αποκτούσε κάποιο μπόνους, αλλά δεν υπήρχε άλλη επιλογή. Εκ των υστέρων, ίσως θα έπρεπε να είχε αφήσει τον Ούντεν να κυνηγήσει κι αυτός λίγο αντί να προσπαθεί τόσο εμμονικά να ανέβει επίπεδο. Είχε νιώσει το άγχος του να του τελειώνουν τα κανονικά βέλη. Αλλά δεν είχε, επίσης, φανταστεί ότι θα υπήρχαν γκόμπλιν που θα τους περίμεναν έξω από την είσοδο της σπηλιάς.

    Ο Αζούρ έστριψε στη στροφή, επιταχύνοντας το βήμα του καθώς ύψωνε το τόξο του. Τα γκόμπλιν τον εντόπισαν αμέσως – το ένα έβγαλε ένα μακρύ σπαθί, ενώ το άλλο ίσιωσε την πλάτη του και έσφιξε την αλαβάρδα στην οποία στηριζόταν.

    Ο Λόνελ είχε δίκιο. Τα γκόμπλιν ήταν μεγάλα. Ανέλυσε και τα δύο ως κίτρινα – αρκετά δύσκολοι αντίπαλοι. Ετοίμασαν τα όπλα τους, αλλά προς έκπληξη του Αζούρ, δεν έφυγαν από το στόμιο της σπηλιάς.

    Συνέχισε να πλησιάζει, περιμένοντας μέχρι να βρεθεί σε απόσταση βολής πριν ρίξει το πρώτο του βέλος στο γκόμπλιν με το μακρύ σπαθί. Το βέλος θα χτυπούσε τον στόχο του στο κέντρο του στήθους του γκόμπλιν, αν δεν κρατούσε το σπαθί του μπροστά του σαν αυτοσχέδια ασπίδα και δεν το απέκρουε.

    «Πρόσεχε!» του φώναξε ο Λόνελ, αλλά ο Αζούρ δεν είχε ιδέα τι να προσέξει, μέχρι που άκουσε τον θόρυβο ενός βέλους να περνάει δίπλα από το κεφάλι του και ένιωσε το τσίμπημα μιας αιχμής βέλους να γρατζουνάει τον ώμο του.

    Κοίταξε

    Enjoying the preview?
    Page 1 of 1