Discover millions of ebooks, audiobooks, and so much more with a free trial

Only $11.99/month after trial. Cancel anytime.

Ήρωες της Έσχατης Λύσης: Οι Άλλοι, #1
Ήρωες της Έσχατης Λύσης: Οι Άλλοι, #1
Ήρωες της Έσχατης Λύσης: Οι Άλλοι, #1
Ebook501 pages5 hours

Ήρωες της Έσχατης Λύσης: Οι Άλλοι, #1

Rating: 0 out of 5 stars

()

Read preview

About this ebook

Ο Τζακ Τζένσεν είναι ένας μεσήλικας ανθρωπάκος που ζει μια ανιαρή ζωή σε μια ακόμη πιο αδιάφορη πόλη. Έχοντας δοκιμάσει κάθε δουλειά που έχει να προσφέρει η μικρή πόλη Μέριλ του Ουισκόνσιν, δεν έχει διαπρέψει σε τίποτα άλλο παρά στο να μεγαλώνει το μπιροκοίλι του και τα πολυτελή σγουρά, καστανά μαλλιά του. Η ζωή του είναι γεμάτη από ανεκπλήρωτες δυνατότητες και έλλειψη μιας κατεύθυνσης. Τα πράγματα, όμως, αλλάζουν ένα πρωί, όταν ο αδελφός του, Ταγματάρχης του Στρατού, προσγειώνει το ελικόπτερό του στο πάρκινγκ του φτωχικού παιχνιδάδικου του Τζακ, σε μια απελπισμένη προσπάθεια να επιβάλλει στον αιώνιο λουφαδόρο τον ρόλο τού να σώσει τη χώρα, τον κόσμο και, αν και απίθανο, τον ίδιο του τον εαυτό.

Ένα βιβλίο LitRPG στα ελληνικά.

LanguageΕλληνικά
PublisherBadPress
Release dateMay 30, 2024
ISBN9781667475028
Ήρωες της Έσχατης Λύσης: Οι Άλλοι, #1

Related to Ήρωες της Έσχατης Λύσης

Titles in the series (1)

View More

Related ebooks

Reviews for Ήρωες της Έσχατης Λύσης

Rating: 0 out of 5 stars
0 ratings

0 ratings0 reviews

What did you think?

Tap to rate

Review must be at least 10 words

    Book preview

    Ήρωες της Έσχατης Λύσης - JK Galioto

    Ευχαριστίες

    Πολλοί άνθρωποι βοήθησαν να γίνουν αυτές οι ιδέες λογοτεχνική πραγματικότητα.

    Στις οικογένειές μας: Σας ευχαριστούμε που μας ενθαρρύνετε να ακολουθήσουμε το πάθος μας και που μας δίνετε το δώρο του χρόνου για να το κάνουμε. Σας ευχαριστούμε που ανεχτήκατε ρομποτικούς αφηγητές, χιλιάδες ιδέες που αναπηδούσαν και τυχαίους διαλόγους όταν ξέρατε σίγουρα ότι ήμασταν μόνοι. Θα σας αγαπάμε για πάντα!

    Στον Τσαντ, στον Μάικ, στον Τζο, στην Μπέκι, στον Τόμας και, κυρίως, στον Νέιθαν: Είμαστε ευγνώμονες για τα αρχικά προσχέδια του βιβλίου που διαβάσατε και τα πολύτιμα σχόλιά σας. Εκτιμούμε που είχατε υπομονή ενώ διαβάζατε μερικά από τα πιο δύσκολα προσχέδια. Ο χρόνος που αφιερώσατε, η προσοχή σας και οι συμβουλές σας βελτίωσαν το τελικό προϊόν.

    Στην Κόρτνεϊ, την καταπληκτική μας επιμελήτρια κειμένων (στα αγγλικά), που έλαβε ένα καλογραμμένο κείμενο και το έκανε καλύτερο.

    Στους αναγνώστες μας: Το πάθος της κοινότητας LitRPG λειτούργησε ως καύσιμο γι’ αυτό το βιβλίο και μας έδωσε κίνητρο. Σας ευχαριστούμε που μας δώσατε την ευκαιρία και διαβάσατε το πρώτο βιβλίο δύο πρωτοεμφανιζόμενων συγγραφέων, και ανυπομονούμε να σας προσφέρουμε κι άλλα στο μέλλον.

    —JK & CT

    Απόφθεγμα

    «Βρες κάτι που σου αρέσει να κάνεις τόσο πολύ, που θα ανυπομονείς να ξημερώσει για να το ξανακάνεις».

    – Κρις Γκάρντνερ

    Χάρτης για το βιβλίο Ήρωες της Έσχατης Λύσης

    Πρελούδιο

    Ο ταγματάρχης Τσαντ Τζένσεν είχε βιώσει πολλά περίπλοκα πράγματα στη μακρά και μόνιμη στρατιωτική του θητεία. Καθώς πολεμούσε τους αντάρτες στο Αφγανιστάν, είδε ανθρώπους να κάνουν απερίγραπτα πράγματα σε συνανθρώπους τους. Πράγματα που είχαν χαραχτεί στην ψυχή του. Μυστικά με τη CIA στην Κολομβία, είδε την απληστία να στρέφει αδελφό εναντίον αδελφού σε θανατηφόρους ανταρτοπόλεμους. Μετά από είκοσι δύο χρόνια υπηρεσίας, ένιωθε ότι δεν υπήρχε τίποτα άλλο που θα μπορούσε να τον εκπλήξει. Μέχρι που εμφανίστηκε η πόρτα – αυτή η καταραμένη πόρτα.

    «Ταγματάρχα Τζένσεν, διαβάσαμε την αναφορά σας, αλλά θα θέλαμε να ακούσουμε το ζουμί της υπόθεσης απευθείας από εσάς», δήλωσε ο στρατηγός Γκένθερ, παίζοντας ήρεμα ένα στιλό ανάμεσα στα γερασμένα, γεμάτα στίγματα δάχτυλά του. Ο Τσαντ κοίταξε τον στρατηγό και τους δικούς του, καθένας από τους οποίους τον κοίταζε επίμονα, με τα μάτια τους να τον διαπερνούν με αμείωτο ενδιαφέρον. Αφού έκαναν τόσο δρόμο, περίμεναν απαντήσεις. Τους άξιζαν απαντήσεις. Από πού να ξεκινούσε;

    Ο Τσαντ πέρασε τα δάχτυλά του από τα κοντοκουρεμένα, καστανά –σχεδόν γκρι– μαλλιά του και άρχισε. «Μάλιστα, κύριε. Όπως γνωρίζετε, πριν από έξι μήνες, ένας τοπικός κυνηγός, ο Γκέιλεν Τζέιμς, βρήκε κάτι ασυνήθιστο. Ενώ έλεγχε τις παγίδες του, βρέθηκε σε ένα –κανονικά– άδειο ξέφωτο κοντά στο κέντρο του οποίου ήταν ανεγερμένη κάτι σαν μια περίτεχνη κάσα πόρτας. Σκεπτόμενος ότι κάποιος του είχε κάνει φάρσα, πλησίασε την πόρτα για να τη φωτογραφίσει με το κινητό του. Έβγαλε μερικές φωτογραφίες από την άκρη του ξέφωτου. Παρακαλώ, δείτε το τεκμήριο Α στους φακέλους σας». Ο Τσαντ τους έδωσε λίγα δευτερόλεπτα για να δουν τις φωτογραφίες προτού συνεχίσει.

    «Καθώς πλησίαζε στην κάσα της πόρτας, το τηλέφωνό του άρχισε να δυσλειτουργεί και τελικά έκλεισε. Νόμιζε ότι του είχε τελειώσει απλώς η μπαταρία, οπότε δεν σκέφτηκε κάτι. Τότε, παρατήρησε ότι σταμάτησε να λειτουργεί και το ηλιακά φορτισμένο ρολόι του. Πλησιάζοντας ακόμα πιο κοντά, ανέφερε έναν θόρυβο σαν βουητό, μια παράξενη δόνηση που προερχόταν από την κάσα, και άρχισε να νιώθει ναυτία. Δεν ρίσκαρε άλλο· έφυγε από το ξέφωτο και επέστρεψε στο σπίτι του.

    »Μετά από ένα τηλεφώνημα στην αστυνομία και την πρόχειρη εξέταση του αντικειμένου από μέρους της, οι τοπικές αρχές επιβολής του νόμου αποφάσισαν να παραπέμψουν την κατάσταση στους ομοσπονδιακούς αξιωματούχους. Το FBI διερεύνησε την υπόθεση και, λίγο αργότερα, η είδηση για το ασυνήθιστο τεχνούργημα έφτασε στο γραφείο του γραμματέα. Στη συνέχεια, η ομάδα μου και εγώ λάβαμε εντολή να ασφαλίσουμε τον χώρο του τεχνουργήματος και να λάβουμε απαντήσεις». Ο Τσαντ κοίταξε γύρω του βλέποντας τους επικεφαλής του στρατού να τον κοιτάζουν ακόμα επίμονα. «Το αντικείμενο δεν έμοιαζε με τίποτα περισσότερο από μια μεγάλη κάσα πόρτας, με σύμβολα και εικονογράμματα σε όλο το μήκος της. Οι επιστήμονές μας σήκωσαν τα χέρια ψηλά και κλήθηκαν ειδικοί από τον ιδιωτικό τομέα για να βοηθήσουν, αλλά δεν είχαν ξαναδεί ποτέ στη ζωή τους ούτε το τεχνούργημα ούτε τις επιγραφές ούτε κάτι παρόμοιο. Έξι εβδομάδες μετά την ανακάλυψη, όλα άλλαξαν». Ο Τσαντ έσκυψε μπροστά, με το σαρανταεξάχρονο πρόσωπό του να σχηματίζει ρυτίδες. «Αυτή άλλαξε», ψιθύρισε βραχνά.

    «Τα ιερογλυφικά άρχισαν να λάμπουν και ένας παράξενος άνεμος έβγαινε από μέσα τους, μεταφέροντας μαζί του μια σχεδόν απτή αίσθηση τρόμου. Διέταξα τους πάντες να υποχωρήσουν αμέσως, ξεκίνησα πρωτόκολλα μετριασμού, φόρεσα στολή και πήγα να ρίξω μια πιο προσεκτική ματιά. Τότε... το είδα. Δεν είχα ξαναδεί κάτι παρόμοιο. Ένα μικρό πλάσμα που έμοιαζε περισσότερο με Ίγουοκ παρά με άνθρωπο, με μεγάλα, λαμπερά μάτια». Ο Τσαντ άρχισε να ιδρώνει καθώς εξιστορούσε.

    «Καθώς πλησίαζα με μεγάλη προσοχή, παρατήρησα αίμα να τρέχει από μια μεγάλη πληγή στο στήθος του και είχε πολλά μικρότερα κοψίματα στα πόδια και τα χέρια του. Κάλεσα γιατρό και συνέχισα να πλησιάζω τον λιλιπούτειο Τσουμπάκα. Ενώ τον πλησίαζα, κούνησε ελαφρώς το κεφάλι του προς εμένα. Ήταν φανερό ότι πονούσε πολύ». Καθώς ο Τσαντ έλεγε την τελευταία πρόταση, κοίταζε στο κενό και για μια στιγμή χάθηκε. Καθώς αφηγούταν τη συνάντηση, την ξαναζούσε.

    ***

    «Καταδικασμένοι», είπε το πλάσμα σε σπαστά αγγλικά, με πολύ χαρακτηριστική προφορά.

    «Είμαι ο ταγματάρχης Τσαντ Τζένσεν του στρατού των Ηνωμένων Πολιτειών. Εσύ ποιος ή τι είσαι; Από πού είσαι; Ποια είναι η αποστολή σου;» Ο Τσαντ είπε γρήγορα τις ερωτήσεις του, μην μπορώντας να συγκρατηθεί στη θέα του παράξενου πλάσματος και αφήνοντας την εκπαίδευσή του να περάσει στον αυτόματο πιλότο. Συνειδητοποιώντας καλύτερα την κατάσταση, μαλάκωσε τον τόνο του. «Κάλεσα βοήθεια για τις πληγές σου». Όταν τελείωσε αυτήν τη φράση, έφτασε ο γιατρός.

    Το τριχωτό πλασματάκι κοίταξε τον Τσαντ με τα μεγάλα, μαύρα μάτια του που έμοιαζαν να τρυπάνε την ψυχή του. «Εγώ βοήθεια. Εγώ πολεμήσω... πρέπει σταματήσουμε... Ο κόσμος σας... κίνδυνος», συνέχισε το μικροσκοπικό πλάσμα, αναπνέοντας γρήγορα και κοφτά.

    Αποτίναξε ήρεμα τον γιατρό και άρπαξε τη στολή του ταγματάρχη από το στήθος. «Πρέπει να... στείλει βοήθεια... αλλιώς... δύο... κόσμοι—» Σε εκείνο το σημείο, η αναπνοή του σταμάτησε. Ο γιατρός έκανε τον ταγματάρχη στην άκρη και ξεκίνησε ΚΑΡ.Π.Α., χωρίς αποτέλεσμα.

    ***

    Ο ταγματάρχης Τσαντ επανήλθε στο παρόν και κοίταξε τους στρατηγούς μπροστά του. «Αν διαβάσατε την αναφορά μου, ξέρετε τι συνέβη μετά. Έστειλα μια διμοιρία είκοσι ανδρών στην πύλη – τους πιο σκληραγωγημένους, αποφασισμένους, θυμωμένους, εκπαιδευμένους στρατιώτες που είχα ποτέ την τιμή να υπηρετήσω μαζί τους. Απ’ αυτούς τους είκοσι, μόνο ένας επέστρεψε, και αυτός επέστρεψε ως ασυνάρτητο, ακατανόητο χάος. Δεν επέστρεψε κανέναν εξοπλισμό που στάλθηκε μαζί του. Αντ’ αυτού, φορούσε ρούχα που έμοιαζαν με στολή ιπποκόμου στον Μεσαίωνα, με έναν χιτώνα ενός μεγέθους και ένα γουναρικό για παντελόνι.

    Κατά τη διάρκεια πολλών και μακρών αναφορών με τον στρατιώτη αυτόν, συναρμολογήσαμε κομμάτια από το τι συνέβη στους στρατιώτες μου.

    «Όπως φάνηκε, χάνεις τα ρούχα και τον εξοπλισμό σου στην άλλη πλευρά, και κυρίως κάθε σύγχρονη τεχνολογία. Αν πιστέψουμε την κακόμοιρη την ψυχή που επέστρεψε, τους επιτέθηκαν μυθικά πλάσματα –γκόμπλιν, ορκ και, για όνομα του Θεού, ανέφερε ακόμα και μινώταυρο– και άλλα μυθολογικά στοιχεία της ελληνικής μυθολογίας. Είπε ότι όταν βρισκόταν στην άλλη πλευρά, είχε ένα Φύλλο Χαρακτήρα όπου τα χαρακτηριστικά του, οι δεξιότητες και τα άλλα αντικείμενα παρουσιάζονταν μέσα σε μια ημιδιαφανή διεπαφή και μια παράξενη φωνή μιλούσε απευθείας στο μυαλό του.

    »Δεν ήμουν σίγουρος κατά πόσο τα πίστευα όλα αυτά· αυτός ο τύπος φαινόταν πιο τρελός κι από οκτάποδο σκίουρο που ετοιμάζεται για τον χειμώνα. Διπλασιάσαμε τις προσπάθειές μας και στείλαμε άλλη μια δύναμη στην πύλη, αυτήν τη φορά οπλίζοντας τους στρατιώτες με όσο το δυνατόν περισσότερες γνώσεις, εστιάζοντας σε στρατιώτες με αποδεδειγμένες δεξιότητες επιβίωσης. Όπως γνωρίζετε, και πάλι μόνο ένας επέστρεψε, περισσότερο από μια εβδομάδα αργότερα, λέγοντας τα ίδια με τον άλλον. Γκόμπλιν, νεράιδες, διπλά ουράνια τόξα· πείτε το όπως θέλετε», είπε ο ταγματάρχης Τσαντ εξοργισμένος. «Έκτοτε, δεκάδες άλλοι στρατιώτες έχουν επιχειρήσει να περάσουν την πύλη και κανείς δεν έχει επιστρέψει».

    «Ταγματάρχα, όλα αυτά ακούγονται πολύ φανταστικά για να τα πιστέψω», δήλωσε ο στρατηγός Γκένθερ, βγάζοντας τα γυαλιά του και τσιμπώντας τη ράχη της μύτης του από απογοήτευση, πριν κοιτάξει τον ταγματάρχη Τσαντ βλοσυρά. «Αλλά, έχω μιλήσει με τους δύο εν λόγω άνδρες και αν μη τι άλλο, υποτιμάτε το επίπεδο παραφροσύνης που είδα στα μάτια τους».

    «Έχει και χειρότερο», ψιθύρισε ο Τσαντ σκυθρωπά. Ο στρατηγός και η ομάδα του έσκυψαν πιο κοντά. «Η πύλη αυξάνεται σε ισχύ κάθε μέρα και εκπέμπει ένα μαγνητικό πεδίο παρόμοιο με μια μόνιμη έκρηξη ΗΜΠ. Οι καλύτεροι επιστήμονες του κόσμου ερευνούν την κατάσταση και, με τα τωρινά δεδομένα, το πεδίο ΗΜΠ αυξάνεται εκθετικά. Οι επιστήμονες εκτιμούν ότι αν δεν βρούμε τρόπο να την επιβραδύνουμε, σε έξι μήνες θα καλύψει την πολιτεία της Αλάσκας. Σε έναν χρόνο θα καλύψει το μεγαλύτερο μέρος των Ηνωμένων Πολιτειών και μετά από δύο χρόνια το μεγαλύτερο μέρος του κόσμου». Η ατμόσφαιρα στο δωμάτιο ήταν τόσο ήσυχη και τεταμένη ταυτόχρονα, που ο Τσαντ ευχόταν να κλάσει κάποιος από τους γέρους μπάσταρδους, μόνο και μόνο για να εκτονωθεί η ένταση.

    «Και σαν να μην έφτανε αυτό, στο πλαίσιο της πύλης, άλλαζε ένα σετ συμβόλων κάθε φορά που στέλναμε έναν στρατιώτη. Οι επιστήμονές μας πιστεύουν πλέον ότι αυτό το τμήμα των συμβόλων αποτελεί μηχανισμό αντίστροφης μέτρησης. Με βάση την έρευνά τους και την περιορισμένη κατανόηση των συμβόλων, μπορεί να μας απομένουν μόνο λίγες ακόμη προσπάθειες για να εισέλθουμε πριν χαθεί η ευκαιρία να περάσουμε». Υπήρξε μια μεγάλη παύση αφού τελείωσε ο Τσαντ, κατά τη διάρκεια της οποίας ο στρατηγός συνέχισε να τον κοιτάζει επίμονα.

    «Κάνατε κατανοητή την άποψή σας, Ταγματάρχα. Βρισκόμαστε σε σκατοθύελλα χωρίς ομπρέλα», είπε τελικά ο στρατηγός Γκένθερ, σπάζοντας την αμήχανη σιωπή και γέρνοντας πίσω στην καρέκλα του. «Μας ζητήσατε να έρθουμε εδώ επειδή είχατε μια ιδέα για το πώς θα βγούμε απ’ αυτό το χάλι, οπότε περιμένουμε τις λεπτομέρειες», κατέληξε, με κάθε ίχνος ευγένειας να έχει χαθεί από τη φωνή του. «Και ελπίζω να είναι καλή».

    Για πρώτη φορά από τότε που μπήκε στο δωμάτιο, η αυτοπεποίθηση του Τσαντ έπεσε. Έμενε να δει πώς θα εξελισσόταν η κατάσταση. «Κύριε, υπάρχει μια περίπτωση οι στρατιώτες που στέλνουμε να μην επιζούν επειδή το αντιμετωπίζουμε λάθος. Χρειαζόμαστε κάποιον με δημιουργικό μυαλό επιπέδου ιδιοφυΐας. Όλες οι δεξιότητες επιβίωσης και η προσαρμοστικότητα στην κατάσταση τους καθιστούν ιδανικούς υποψήφιους σε πρακτικό επίπεδο, αλλά ίσως όχι γι’ αυτό. Μπορεί να είναι εξαιρετικά ευφυείς και δημιουργικοί, αλλά ζουν στην πραγματικότητα.

    »Χρειαζόμαστε κάποιον που ζει στη φαντασία και που δεν έχει επηρεαστεί από τη δομή και την πειθαρχία. Χρειαζόμαστε... έναν υπερ-φαντασιόπληκτο παραισθητικό τεμπέλη.

    »Διερευνήσαμε την Υγεία των δύο στρατιωτών που επέζησαν τη διαδικασία», συνέχισε ο Τσαντ. «Είχαν μερικά κοινά, εκτός από το ότι ήταν ειδικοί σ’ έναν ή περισσότερους παραδοσιακούς τομείς δεξιοτήτων: μόνο αυτοί οι δύο ασχολούνταν με τη φαντασία, την επιστημονική φαντασία, κάποια μορφή καλλιτεχνικής δεξιότητας και ήταν επίσης μη νευροτυπικοί. Ενώ πολλοί είχαν κάποια ή τα περισσότερα απ’ αυτά τα χαρακτηριστικά, μόνο αυτοί οι δύο τα είχαν όλα. Ίσως το μυστικό είναι ένα μη πειθαρχημένο, εξαιρετικά δημιουργικό μυαλό με κλίση προς το απόκοσμο; Αν βρούμε κάποιον που παρουσιάζει αυτά τα χαρακτηριστικά στον μέγιστο βαθμό, θα μπορεί να έχει περισσότερες πιθανότητες επιβίωσης. Νομίζω ότι χρειαζόμαστε κάποιον που να είναι άπειρος.

    »Το σκέφτηκα πολύ και νομίζω ότι ξέρω κάποιον που ταιριάζει σ’ αυτό το σχέδιο και ο οποίος, δεδομένων των χρονικών περιορισμών μας, είναι μια βιώσιμη επιλογή». Ο Τσαντ κοίταξε εμφατικά μακριά από τον στρατηγό, σιωπηλά και με θλίψη, καταπνίγοντας έναν αναστεναγμό. «Ο αδελφός μου. Ζει ακόμα στη μικρή πόλη του Ουισκόνσιν όπου μεγαλώσαμε και παίζει διάφορα παιχνίδια ρόλων από μικρός. Dungeons & Dragons, Shadowrun, Pathfinder, MechWarrior, Star Wars – ό,τι κι αν σκεφτείτε, το παίζει. Εκτός απ’ αυτό, πιθανώς έχει κάνει πάνω από εκατό δουλειές στα είκοσι χρόνια που πέρασαν από το λύκειο· δεν θα βρείτε πιο προσαρμοστικό, απείθαρχο, περίεργο, αν και λίγο ανώριμο, μυαλό εκεί έξω. Ζει πλήρως απορροφημένος στη φαντασία τις περισσότερες φορές, αλλά είναι εξαιρετικά δημιουργικός και ευφάνταστος και δεν έχει υποβληθεί επιτυχώς σε καμία μορφή πειθαρχημένης δραστηριότητας για ολόκληρη τη ζωή του. Αγαπώ τον μικρό μου αδελφό και δεν θα τον έθετα ποτέ εκουσίως σε κίνδυνο, αλλά ίσως είναι η τελευταία μας ελπίδα. Μπορώ, επίσης, να εγγυηθώ γι’ αυτόν ως κάποιον που μπορούμε να εμπιστευτούμε για να κρατήσει αυτήν την αποστολή μυστική και μακριά από το κοινό». Υπήρξε μια μακρά, φορτισμένη παύση προτού ο Τσαντ ολοκληρώσει. «Η πρότασή μου είναι να στρατολογήσουμε τον αδελφό μου τον Τζακ και να τον στείλουμε μέσω της πύλης. Και μακάρι ο Θεός να λυπηθεί τις ψυχές μας αν κάνω λάθος».

    Κεφάλαιο 1

    Ο Τζακ τελείωσε το σκούπισμα των βιτρινών στον μεγάλο, ανοιχτό χώρο παιχνιδιών του καταστήματος που είχε, καθαρίζοντάς τες από τα δεκάδες σημάδια που είχαν αφήσει τα μικρά χεράκια καθώς χάζευαν τους θησαυρούς που υπήρχαν μέσα: σπάνιες κάρτες Πόκεμον, κόμικς πρώτης έκδοσης και άλλα σπάνια ευρήματα. Με ένα χασμουρητό και τρίβοντας τα μάτια του από τον ύπνο, επέστρεψε στον χώρο υποδοχής του καταστήματος και κάθισε στη μεγάλη, μαύρη καρέκλα, βάζοντας το μισοάδειο μπουκάλι Γουίντεξ σε ένα συρτάρι μαζί με το πανί καθαρισμού του.

    Έστρεψε την προσοχή του στον παμπάλαιο υπολογιστή του και συνδέθηκε στον λογαριασμό του στην M&I Μπανκ, ελπίζοντας ότι αυτήν τη φορά κάτι θα άλλαζε. Μετά από μια επίπονη διαδικασία εισαγωγής του ονόματος χρήστη του, κωδικού πρόσβασης, κάνοντας κλικ στον σύνδεσμο «Ξεχάσατε τον κωδικό σας», ελέγχοντας το ηλεκτρονικό του ταχυδρομείο, κάνοντας κλικ στον σύνδεσμο «Επαναφορά κωδικού πρόσβασης», επαναφέροντας τον κωδικό του, επαναφέροντας τον κωδικό του ξανά με τα απαιτούμενα πεζά και κεφαλαία γράμματα και τους ειδικούς χαρακτήρες, επαληθεύοντας την εικόνα του λογαριασμού του, πέντε προσπάθειες να βρει τους πυροσβεστικούς κρουνούς, αφού ζήτησε και έλαβε έναν κωδικό μέσω γραπτού μηνύματος, συνδέθηκε τελικά στον ιστότοπο. Έκανε κλικ στο εικονίδιο του τρεχούμενου λογαριασμού και άνοιξε η σελίδα του λογαριασμού. «Υπόλοιπο λογαριασμού: 143,13 $».

    Ο Τζακ αναστέναξε μακρόσυρτα και απογοητευμένος. Δεν ήταν καλός στα μαθηματικά, αλλά ακόμα κι αυτός ήξερε ότι όταν έβγαιναν περισσότερα χρήματα από όσα έμπαιναν, δεν ήταν καλό σημάδι. Αναστέναξε ηττημένος. Ήταν ώρα να βρει μια δεύτερη δουλειά, αν και οι επιλογές του ήταν περιορισμένες στην πόλη Μέριλ του Ουισκόνσιν των περίπου δέκα χιλιάδων κατοίκων. Στα σαράντα ένα του χρόνια, είχε κάνει σχεδόν κάθε δουλειά, μικρή ή μεγάλη, που προσέφερε η πόλη. Δεν ήξερε γιατί δεν μπορούσε να κρατήσει μια δουλειά για περισσότερο από μερικούς μήνες, αλλά ήταν πλάσμα της συνήθειας. Αναλάμβανε κάθε νέα δουλειά με ενθουσιασμό, αλλά αφού τη μάθαινε, έχανε το ενδιαφέρον του και τελικά παραιτούταν ή απολυόταν.

    Όταν έκλεισε τα δεκαοκτώ του χρόνια, είχε λάβει μια μικρή κληρονομιά που είχε μπει στην άκρη σε ένα καταπίστευμα από τα έσοδα της ασφάλειας ζωής των γονέων του. Αυτοί είχαν πεθάνει σε αυτοκινητικό δυστύχημα όταν ήταν μικρός, και εκείνος μεγάλωσε με τη βοήθεια του μεγαλύτερου αδελφού του και του παππού του. Σε αντίθεση με τον μεγάλο του αδελφό Τσαντ, ο οποίος χρησιμοποίησε τα χρήματα για να φοιτήσει στο Πανεπιστήμιο του Ουισκόνσιν προτού ακολουθήσει καριέρα στον στρατό, ο Τζακ είχε αποφασίσει να αγοράσει ένα παλιό Πάμιντα, ένα τοπικό πολυκατάστημα που είχε κλείσει τις πόρτες του λίγα χρόνια πριν. Αγόρασε τον χώρο έναντι ενός μικρού ποσοστού της αρχικής αξίας του και χρησιμοποίησε το μεγαλύτερο μέρος της κληρονομιάς του για να μεταμορφώσει το παλιό, ερειπωμένο κατάστημα σε ένα φοβερό κατάστημα παιχνιδιών, ένα μέρος για τα παιδιά και τους ενήλικες της περιοχής που έρχονταν να διαβάσουν κόμικς και να παίξουν παιχνίδια.

    Η διαχείριση του καταστήματος ήταν η μόνη δουλειά που του άρεσε πραγματικά· του άρεσε να βλέπει τα μάτια των παιδιών να λάμπουν όταν έβλεπαν ένα νέο κόμικ ή έκαναν ηρωικές κινήσεις στο Dungeons & Dragons. Ωστόσο, η παράλληλη εργασία είχε γίνει αναγκαιότητα, αφού το κατάστημα μόλις και μετά βίας έβγαζε αρκετά χρήματα για να έχει τα φώτα αναμμένα και να πληρώνει μερικά από τα μεγαλύτερα παιδιά για να δουλεύουν στη ρεσεψιόν.

    Η άλλη τακτική του ασχολία ήταν να παίζει σε τοπικές ταβέρνες με το συγκρότημά του «Οι Φλεγόμενες Γροθιές». Για την ακρίβεια, τα περισσότερα από τα κέρδη του συγκροτήματος πήγαιναν στο «σερβίρισμα» των Φλεγόμενων Γροθιών με αλκοόλ. Ο πατέρας του του είχε μάθει κιθάρα πριν πεθάνει, και παίζοντάς την ο Τζακ θυμόταν πάντα τους γονείς του. Ίσως γι’ αυτό το συγκρότημα ήταν μια άλλη σταθερά στη ζωή του· ήταν φρόντμαν και έπαιζε κιθάρα σε αυτό από το λύκειο.

    Το κουδούνι της πόρτας χτύπησε, ξαφνιάζοντας τον Τζακ. Ήταν ο Μπίλι, ένα από τα παιδιά της γειτονιάς που έρχονταν στο κατάστημα σχεδόν καθημερινά. Όπως τα περισσότερα παιδιά, συνήθως ξεφύλλιζε τα κόμικς και έπαιζε παιχνίδια ρόλων με τους φίλους του. Επίσης, όπως τα περισσότερα παιδιά, η αναλογία του χρόνου που περνούσε στο κατάστημα προς τα χρήματα που ξόδευε δεν ήταν καλή για τη ρευστότητα. Αλλά τον Τζακ δεν τον πείραζε τόσο πολύ αυτό. Βλέποντας αυτά τα παιδιά να παίζουν παιχνίδια θυμόταν ότι είχε εντρυφήσει ο ίδιος στα ίδια παιχνίδια κατά τη διάρκεια της παιδικής του ηλικίας. Όταν σκεφτόταν τον Μπο, τον Τζίο, τον Γκουτς, τον Γκριτζ, τον Τ και τον Τόφερ, τον έπιανε μια ξαφνική λαχτάρα, όπως πιάνει έναν πεινασμένο που ονειρεύεται ένα Σνίκερς. Είχε περάσει πάρα πολύς καιρός που είχε δει τους φίλους του, οι οποίοι είχαν όλοι προχωρήσει σε μεγαλύτερα και καλύτερα πράγματα.

    «Γεια σου, Μπίλι, ο Τέο είναι ήδη πίσω και ετοιμάζει τη συνεδρία σου για το D&D. Αν χρειάζεσαι άλλον έναν παίκτη σήμερα, μπορώ να συμμετάσχω εγώ». Συνέχισε, νιώθοντας γενναιόδωρος. «Ακόμα και τον κληρικό μπορώ να παίξω!» Προσοχή, σπόιλερ: ο Τζακ απεχθανόταν να παίζει τον κληρικό, αλλά ήξερε ότι ένας κληρικός ήταν απαραίτητος για μια καλή παρέα, και μια καλή παρέα ήταν πιο διασκεδαστική για όλους. Θα έκανε αυτήν τη θυσία χωρίς να το μετανιώσει. Εντάξει, ίσως το μετάνιωνε λίγο.

    «Ευχαριστώ, Τζακ, θα σου πω αν είναι! Α, πήγα πέμπτο επίπεδο την περασμένη εβδομάδα και ανυπομονώ να ρίξω μπάλες φωτιάς», είπε ο Μπίλι χαμογελώντας πονηρά και περπατώντας προς το πίσω μέρος του καταστήματος. Ο Τζακ κούνησε το κεφάλι του και πάτησε το εικονίδιο κλεισίματος στο πρόγραμμα περιήγησης στο διαδίκτυο, γέρνοντας πίσω στο σκαμνί του. Για τα παιδιά σαν τον Μπίλι θεωρούσε ότι άξιζε ο κόπος· ήλπιζε ειλικρινά ότι θα χρειάζονταν άλλον έναν παίκτη σήμερα. Τα οικονομικά προβλήματα μπορούσαν να περιμένουν. Θα μπορούσε να γυρίσει την ταμπέλα «ανοιχτό» σε «κλειστό» και να χαθεί στον κόσμο της φαντασίας για λίγες ώρες.

    Πηγαίνοντας να φέρει τα ζάρια του, είδε το τριαντάχρονο μοβ εικοσάπλευρο ζάρι του, με τις γωνίες του φθαρμένες από τα χρόνια παιχνιδιών. Είχε παίξει χιλιάδες ώρες με αυτό το ζάρι· ήταν το όργανο της μοίρας του σε τόσα πολλά παιχνίδια, και ο αγωγός του για την αντιμετώπιση του απροσδόκητου. Του θύμιζε όλες τις περιπέτειες που είχε μοιραστεί με τους φίλους του.

    Από τις σκέψεις τον έβγαλε ένα χαμηλό βουητό που έμοιαζε με την αρχή του τραγουδιού του Airwolf. Σηκώθηκε και πήγε να κοιτάξει έξω από το παράθυρο στο μπροστινό μέρος του καταστήματος.

    Έκπληκτος, είδε ένα ελικόπτερο να προσγειώνεται στο πάρκινγκ. Δεν ήταν κάτι που έβλεπε κάθε μέρα. Σκόνη, χώμα και χαλίκι σηκώθηκαν καθώς το ελικόπτερο προσγειώθηκε ομαλά, με το φως του ήλιου να λάμπει στο σασί και τους έλικες. Ενώ ο κινητήρας του ελικοπτέρου εξακολουθούσε να δουλεύει, είδε τον αδελφό του, τον Τσαντ, να πηδάει από το ελικόπτερο και να κατευθύνεται προς την μπροστινή είσοδο του καταστήματος.

    Ο Τζακ σοκαρίστηκε, όχι μόνο με το ελικόπτερο, αλλά και με το ποιος είχε έρθει. Είχε χρόνια να δει τον αδελφό του, αλλά έμοιαζε περίπου όπως τον θυμόταν. Όταν ο Τσαντ ήταν παιδί, ήταν χοντρομπαλάς, αλλά η στρατιωτική πειθαρχία είχε διαμορφώσει το σώμα του, και ο Τζακ παρατήρησε ότι, παρόλο που ο Τσαντ ήταν στα μέσα των σαράντα του, δεν είχε ούτε γραμμάριο λίπους στο ψηλό, αδύνατο σώμα του, αν και τα σκούρο καστανά, κοντοκουρεμένα μαλλιά του είχαν αρχίσει να γκριζάρουν και να αραιώνουν στην κορυφή, πράγμα που έφερε ένα χαμόγελο στο πρόσωπο του Τζακ. Τουλάχιστον μοιάζουμε λίγο. Πέρασε τα δάχτυλά του ανάμεσα από τις πυκνές, σγουρές, καστανόξανθες τρίχες της κεφαλής του.

    Ο στρατός κρατούσε τον Τσαντ σε εγρήγορση, και δεν υπήρχε ιδιαίτερος λόγος να επιστρέψει σε αυτήν την ασήμαντη κωμόπολη, ειδικά αφού ο Τσαντ και ο Τζακ δεν είχαν την ίδια άποψη. Κάθε επίσκεψη και συζήτηση κατέληγε τελικά με τον Τσαντ να του λέει να συμμαζευτεί. Στο Μέριλ δεν άλλαξαν πολλά, ενώ ο Τσαντ είχε πάντα τις μεγάλες περιπέτειές του με τον στρατό. Για τον Τζακ, ο χρόνος έμοιαζε να σταματάει σε αυτήν την πόλη των μπαρ, των ψυχοφθόρων εργοστασιακών εργασιών και των εκκλησιών.

    Ο Τσαντ βγήκε από το ελικόπτερο και προχώρησε αποφασιστικά προς το κατάστημα παιχνιδιών του αδελφού του, με γυαλιά ηλίου στρατιωτικού τύπου να προστατεύουν τα μάτια του από τη βρομιά και τη σκόνη που στροβιλίζονταν στον αέρα. Το κουδούνι χτύπησε και η πόρτα άνοιξε προς τα μέσα. Ο Τσαντ μπήκε στο κατάστημα.

    ***

    Κοιτάζοντας τη σκηνή στο υπερμέγεθες κατάστημα παιχνιδιών, με τους διαδρόμους και τους χώρους με τα βιβλία, τα κόμικς, τα χαρτιά, τα επιτραπέζια παιχνίδια, τα παιχνίδια ρόλων, τα ζάρια, τις μινιατούρες και κάθε άλλο είδος παιχνιδιού, οι σκέψεις του Τσαντ επέστρεψαν στο χαμένο ταλέντο του Τζακ. Ο μικρός του αδελφός ήταν έξυπνος και χαρισματικός· ο Τσαντ είχε προσπαθήσει να τον πείσει να καταταγεί στον στρατό ως ανιχνευτής ή να ενταχθεί σε μια άλλη κυβερνητική υπηρεσία. Με τις διασυνδέσεις του Τσαντ, θα μπορούσε να έχει βρει κάτι που του άρεσε. Ωστόσο, αυτές οι συζητήσεις δεν κατέληγαν ποτέ πουθενά· αντ’ αυτού, συνήθως κατέληγαν με τον Τσαντ να του φωνάζει ή με έναν όχι και τόσο φιλικό αγώνα πάλης. Μόνο ως ειρωνεία θα μπορούσε να εκληφθεί το γεγονός ότι θα ζητούσε και πάλι από τον Τζακ να καταταγεί στον στρατό, αν και αυτήν τη φορά το διακύβευμα ήταν πολύ μεγαλύτερο.

    «Γεια σου, αδελφέ», δήλωσε ο Τσαντ πιο επίσημα απ’ ό,τι σκόπευε.

    «Μπρο!» αναφώνησε ο Τζακ, προχωρώντας προς την πόρτα και αγκαλιάζοντας τον Τσαντ, προφανώς μην πιστεύοντας ακόμα ποιος βρισκόταν στο κατάστημα παιχνιδιών του. «Που να με πάρει! Δέκα πόντοι στο Γκρίφιντορ μόνο και μόνο γι’ αυτήν την είσοδο!»

    Ο Τσαντ αγκάλιασε σφιχτά τον αδελφό του, πριν τον αφήσει, βγάλει τα γυαλιά ηλίου του και κάνει ένα βήμα πίσω για να κοιτάξει τον Τζακ. Ο αδελφός του είχε αλλάξει ελάχιστα στα τρία χρόνια που είχαν περάσει από την τελευταία φορά που τον είχε επισκεφθεί. Ήταν 1,80 και έμοιαζε με τον μεσήλικα που θυμόταν. Το λίπος ήταν κολλημένο στο σώμα του όπως ένας αλκοολικός κολλάει στο τελευταίο ποτήρι ουίσκι λίγο πριν την ώρα που κλείνει η παμπ, και εξακολουθούσε να έχει ένα αξιοσημείωτο μπιροκοίλι, πράγμα που δεν εξέπληξε καθόλου τον Τσαντ. Δεν υπήρχαν πολλά πράγματα να κάνει κανείς στο Μέριλ εκτός από το να πίνει, και ήταν σίγουρος ότι ο ηλίθιος αδελφός του ήταν ακόμα σε εκείνο το γελοίο συγκρότημα που με το ζόρι κάλυπτε τον λογαριασμό του μπαρ. Αν και τον Τζακ δεν τον έλεγες ακριβώς χοντρό, είχε χάσει το αδύνατο, αθλητικό σώμα της νιότης του. Αλλά, που να με πάρει, τα σγουρά καφέ μαλλιά μου είναι υπέροχα! Έφερε ασυναίσθητα το χέρι του στα δικά του αραιωμένα μαλλιά με ένα λυπημένο χαμόγελο και αναγκάστηκε να επιστρέψει στη συζήτηση που θα ήθελε να μη χρειαζόταν να κάνει.

    «Έχει περάσει πολύς καιρός, Τζακ», είπε ο Τσαντ. «Φαίνεσαι... ε, μια χαρά. Μακάρι να μπορούσα να πω ότι ήρθα εδώ για διακοπές μόνο και μόνο για να δω τον αγαπημένο μου μικρό αδερφό, αλλά κατά κάποιον τρόπο, δεν νομίζω ότι θα με πίστευες», είπε, χαμογελώντας έντονα και γνέφοντας προς το ελικόπτερο.

    «Ναι, το φαντάστηκα ότι δεν δανείζουν ελικόπτερα για προσωπικές επισκέψεις. Μη νομίζεις ότι δεν χαίρομαι που σε βλέπω, αλλά πώς και από δω; Μήπως πήρες προαγωγή σε στρατηγός και πέταξες στο παλιό καλό Μέριλ μόνο και μόνο για να κάνεις επίδειξη στον σπασίκλα αδερφό σου;» ρώτησε ο Τζακ, με το βλέμμα του να μετατοπίζεται στην περιποιημένη, σκούρο πράσινη στολή του Τσαντ.

    «Μπορώ να σου εξηγήσω στον δρόμο, αλλά ο στρατός χρειάζεται τη βοήθειά σου. Εγώ χρειάζομαι τη βοήθειά σου. Να πάρει, δεν θα ήταν υπερβολή να πω ότι ο κόσμος χρειάζεται τη βοήθειά σου», θερμοπαρακάλεσε ο Τσαντ, κοιτάζοντας τον Τζακ στα μάτια, με την έκφρασή του ζοφερή. «Κάτι... ασυνήθιστο συμβαίνει στην Αλάσκα, και ελπίζω να ακούσω τη δική σου άποψη γι’ αυτό».

    Ο Τζακ κοίταξε τον Τσαντ με δυσπιστία. «Έλα, αδερφέ, πες μου, πού είναι οι κάμερες; Παραλίγο να μου τη φέρεις. Έχω να σε δω τρία γαμωχρόνια και εμφανίζεσαι μ’ ένα ελικόπτερο και μου λες ότι με χρειάζεσαι για να σώσεις τον κόσμο; Μπορεί να είμαι ευκολόπιστος, αλλά ούτε εγώ δεν το χάβω αυτό. Όπως συνήθιζε να λέει ο παππούς: αυτές είναι αρίστης ποιότητας σαχλαμάρες».

    «Μιλάω σοβαρά, όπως θα σου μιλούσα αν πάθαινες καρδιακή προσβολή, πράγμα που, παρεμπιπτόντως, θα σου συμβεί αν δεν γυμναστείς», απάντησε απότομα ο Τσαντ. «Ξέρω ότι είναι πολλά για να τα καταλάβεις, αλλά είμαι... είμαστε σ’ ένα χρονοδιάγραμμα. Μπορώ να σ’ ενημερώσω στον δρόμο», τελείωσε, κοιτάζοντας επίμονα τον Τζακ για αρκετά δευτερόλεπτα πριν επιστρέψει προς την πόρτα και το ελικόπτερο που περίμενε. «Ο στρατός δεν χρησιμοποιεί κρατικούς πόρους για φάρσες. Το ζητάω ως αδελφός σου». Όταν είπε αυτά τα λόγια, βγήκε έξω.

    ***

    Η συνήθης ευστροφία του Τζακ τον απογοήτευσε και συνέχισε να κοιτάζει τον Τσαντ, άναυδος. Τελικά, αποφάσισε να εμπιστευτεί τον αδελφό του. Εξάλλου, μπορεί να τον πλήρωναν γι’ αυτήν τη δουλειά.

    «Περίμενε!» φώναξε πριν επιστρέψει στο γραφείο του. Τηλεφώνησε γρήγορα στον Τζίμι, έναν από τους εργαζόμενους μερικής απασχόλησης, και τον ενημέρωσε ότι θα πήγαινε διακοπές με τον αδελφό του –ναι, αυτόν τον αδελφό που πάντα του τα έπρηζε– και του ζήτησε να προσέχει το κατάστημα κατά την απουσία του. Όταν εκείνος απάντησε καταφατικά, έβαλε μερικά πράγματα στο σακίδιό του και ενημέρωσε τον Μπίλι και τον Τέο ότι θα έφευγε, αλλά ότι θα ερχόταν ο Τζίμι, και, ως εκ των υστέρων, ότι είχε ανακαλέσει την πρότασή του για τον κληρικό.

    Πώς ακριβώς θα μπορούσε ένας σαραντάχρονος άντρας που δεν ήταν σε φόρμα και συμπεριφερόταν περισσότερο σαν παιδί παρά σαν ενήλικας να κάνει κάτι που δεν μπορούσε να κάνει ολόκληρος ο στρατός των Ηνωμένων Πολιτειών; Ο Τζακ κούνησε το κεφάλι του, αναλογιζόμενος την ερώτηση ενώ άρχισε να τρέχει προς το ελικόπτερο, ήδη λαχανιασμένος.

    Μόλις σηκώθηκαν στον αέρα, ο Τσαντ ενημέρωσε τον Τζακ για τα λίγα που ήξερε για την πύλη, εξηγώντας τη θεωρία του ότι η πύλη είναι η είσοδος σε έναν άλλο κόσμο, όπου οι μύθοι και οι θρύλοι μπορεί να είναι αληθινοί. Ο Τζακ παρακολουθούσε προσεκτικά τον αδελφό του κατά τη διάρκεια της διήγησης, και ο πόνος που είχε χάσει τα στρατεύματά του ήταν χαραγμένος στα αυλάκια ανησυχίας που σχηματίζονταν στο πρόσωπό του και στο τρέμουλο στη φωνή του. Οποιοσδήποτε ενθουσιασμός του να βρίσκεται σε ένα ελικόπτερο αντικαταστάθηκε σύντομα από μια αίσθηση τρόμου.

    «Θέλεις να περάσω μέσα από την πύλη; Γιατί εγώ;» ρώτησε αφού ο Τσαντ ολοκλήρωσε την αφήγηση των γεγονότων που τον οδήγησαν σε αυτό το σημείο. «Τι μπορώ να κάνω εγώ που δε θα μπορούσαν να κάνουν δεκάδες στρατιώτες;»

    «Ξέρω ότι ακούγεται τρελό, αλλά πιστεύω ότι τα μυαλά των ανδρών μου δεν ήταν κατάλληλα για να περάσουν από την πύλη. Δεν λέω, όλοι τους ήταν στο ζενίθ της στρατιωτικής τους εκπαίδευσης, αλλά ίσως οι σπουδαίοι στρατιώτες δεν είναι χρήσιμοι εδώ. Ελπίζω ότι το μυαλό σου είναι πιο εύπλαστο και ανοιχτό σε ό,τι μυθικό παράξενο υπάρχει στην άλλη πλευρά. Κανονικά, δεν θα σου ζητούσα να πάρεις τέτοιο ρίσκο, αλλά υπάρχει ένα παράξενο πεδίο ΗΜΠ που αναπτύσσεται από την πύλη και αν δεν βρούμε σύντομα τι γίνεται, μπορεί να είναι το τέλος του κόσμου μας όπως τον ξέρουμε».

    «Τρελό; Τρελό είναι όταν ζήτησες από την Τζανέτ Χιουζ να σε συνοδεύσει στον χειμερινό χορό αμέσως μετά το τέλος της σχέσης της με τον επιβλητικό και επιθετικό λάινμαν φίλο της. Αυτό είναι τόσο τρελό όσο το να γδύνεσαι, να ουρλιάζεις σε πανσέληνο και να τρως ωμό κοτόπουλο», είπε ο Τζακ με μια ανάσα.

    Μετά, μίλησε πιο δυνατά στα ακουστικά του ελικοπτέρου. «Πάντα σ’ ακολουθώ, αδελφέ». Δεν είχε τίποτα να χάσει, και αυτό ακουγόταν σαν μια μεγάλη περιπέτεια. Τότε του ήρθε μια ιδέα. «Ξέρεις, τώρα που θα λείψω, θα χρειαστεί να πληρώσω επιπλέον βοήθεια και είναι σίγουρο πως τα έξοδα του καταστήματος θα το επηρεάσουν αρνητικά».

    Ο Τσαντ χάρισε στον Τζακ ένα πονηρό χαμόγελο και μίλησε αδιάφορα. «Έχω πάρει άδεια να σε πληρώνω πέντε χιλιάδες δολάρια την εβδομάδα, συν ένα μπόνους αν και όταν επιλύσεις αυτό το θέμα, ισάξιο της βοήθειας που θα προσφέρεις».

    Ο Τζακ ένωσε τα χέρια του και ψιθύρισε κάνοντας την καλύτερη δυνατή μίμηση του κ. Μπερνς. «Εξαιρετικά». Μέσα του, χόρευε. Πέντε χιλιάδες δολάρια ήταν περισσότερα από όσα έβγαζε το κατάστημά του σε δύο μήνες, και τώρα θα τα έπαιρνε κάθε εβδομάδα. Ω, ναι!

    «Για μισό λεπτό! Πόσο καιρό θα λείψω;» ρώτησε ο Τζακ, που ανακάθισε. «Μια δυο εβδομάδες μπορεί να τα καταφέρω, αλλά για περισσότερο χρόνο θα χρειαστεί να κάνω άλλες διευθετήσεις. Και έχω μια συνάντηση D&D με τα φιλαράκια μου από το λύκειο σε τρεις εβδομάδες που δεν θέλω να χάσω!»

    «Δεν μπορώ να πιστέψω πόσο λίγο έχεις αλλάξει με τα χρόνια. Ξεκινάς μια αποστολή για να σώσεις τον κόσμο και εσύ

    Enjoying the preview?
    Page 1 of 1